inicial - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

inicial (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "inicial" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Στη διεθνή φωνητική αλφάβητο (IPA), η φωνητική μεταγραφή είναι: [i.niˈθjal] (για την ισπανική προφορά της λέξης στην Ιβηρική χερσόνησο) ή [i.niˈʃal] (για τη λεττονική προφορά της λέξης).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "inicial" στην ισπανική γλώσσα σημαίνει οτιδήποτε σχετίζεται με την αρχή ή την εισαγωγή σε κάτι. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι στην αρχική ή πρώιμη φάση ενός διαδικασίας, γεγονότος ή περιόδου. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενο σε γραπτό και προφορικό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα σε γραπτά κείμενα, όπως εγχειρίδια ή αναφορές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La evaluación inicial del proyecto fue muy positiva.
  2. Η αρχική αξιολόγηση του έργου ήταν πολύ θετική.

  3. Necesitamos una reunión inicial para discutir los detalles.

  4. Χρειαζόμαστε μια εισαγωγική συνάντηση για να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες.

  5. El inicial interés en el producto ha crecido en los últimos meses.

  6. Το αρχικό ενδιαφέρον για το προϊόν έχει αυξηθεί τους τελευταίους μήνες.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "inicial" μπορεί να χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:

  1. Valor inicial
  2. El valor inicial de la inversión fue de diez mil euros.
  3. Η αρχική αξία της επένδυσης ήταν δέκα χιλιάδες ευρώ.

  4. Punto inicial

  5. Desde este punto inicial, podemos trazar un plan.
  6. Από αυτό το αρχικό σημείο, μπορούμε να σχεδιάσουμε ένα σχέδιο.

  7. Etapa inicial

  8. En la etapa inicial del tratamiento, es importante seguir todas las recomendaciones médicas.
  9. Στην αρχική φάση της θεραπείας, είναι σημαντικό να ακολουθείτε όλες τις ιατρικές συστάσεις.

  10. Error inicial

  11. El error inicial fue corregido en la siguiente reunión.
  12. Το αρχικό λάθος διορθώθηκε στην επόμενη συνάντηση.

  13. Sueño inicial

  14. El sueño inicial del autor era publicar una novela.
  15. Το αρχικό όνειρο του συγγραφέα ήταν να δημοσιεύσει ένα μυθιστόρημα.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "inicial" προέρχεται από το λατινικό "initialis", που σημαίνει "αρχικό", το οποίο συνδυάζει το πρόθημα "in-" που σημαίνει "μέσα" ή "σε" και το "initium" που σημαίνει "αρχή".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - primario - preliminar - introductorio

Αντώνυμα: - final - definitivo - concluyente



22-07-2024