Η λέξη "inicial" είναι επίθετο.
Στη διεθνή φωνητική αλφάβητο (IPA), η φωνητική μεταγραφή είναι: [i.niˈθjal] (για την ισπανική προφορά της λέξης στην Ιβηρική χερσόνησο) ή [i.niˈʃal] (για τη λεττονική προφορά της λέξης).
Η λέξη "inicial" στην ισπανική γλώσσα σημαίνει οτιδήποτε σχετίζεται με την αρχή ή την εισαγωγή σε κάτι. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι στην αρχική ή πρώιμη φάση ενός διαδικασίας, γεγονότος ή περιόδου. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενο σε γραπτό και προφορικό λόγο, αν και μπορεί να παρατηρείται μεγαλύτερη συχνότητα σε γραπτά κείμενα, όπως εγχειρίδια ή αναφορές.
Η αρχική αξιολόγηση του έργου ήταν πολύ θετική.
Necesitamos una reunión inicial para discutir los detalles.
Χρειαζόμαστε μια εισαγωγική συνάντηση για να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες.
El inicial interés en el producto ha crecido en los últimos meses.
Η λέξη "inicial" μπορεί να χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:
Η αρχική αξία της επένδυσης ήταν δέκα χιλιάδες ευρώ.
Punto inicial
Από αυτό το αρχικό σημείο, μπορούμε να σχεδιάσουμε ένα σχέδιο.
Etapa inicial
Στην αρχική φάση της θεραπείας, είναι σημαντικό να ακολουθείτε όλες τις ιατρικές συστάσεις.
Error inicial
Το αρχικό λάθος διορθώθηκε στην επόμενη συνάντηση.
Sueño inicial
Η λέξη "inicial" προέρχεται από το λατινικό "initialis", που σημαίνει "αρχικό", το οποίο συνδυάζει το πρόθημα "in-" που σημαίνει "μέσα" ή "σε" και το "initium" που σημαίνει "αρχή".
Συνώνυμα: - primario - preliminar - introductorio
Αντώνυμα: - final - definitivo - concluyente