iniciarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

iniciarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "iniciarse" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: [iniˈθjaɾse] (Ισπανικά - Castilian)

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "iniciarse" σημαίνει να ξεκινήσει κανείς ή να αρχίσει να συμμετέχει σε κάτι, όπως μια δραστηριότητα, μια διαδικασία ή μια ομάδα. Χρησιμοποιείται σε ποικιλία περιπτώσεων και μπορεί να αναφέρεται σε ατομικές πρωτοβουλίες ή διαδικασίες, όπως η εκπαίδευση, τα χόμπι ή οι επαγγελματικές ευκαιρίες. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, και χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο, αλλά και σε γραπτά κείμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Me quiero iniciar en la fotografía.
    Θέλω να αρχίσω τη φωτογραφία.

  2. Ella se inician en una nueva carrera.
    Αυτή ξεκινά μια νέα καριέρα.

  3. Ellos se iniciaron en el yoga el mes pasado.
    Αυτοί ξεκίνησαν το γιόγκα τον περασμένο μήνα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "iniciarse" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ορισμένες σημειώσεις περιλαμβάνουν:

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "iniciarse" προέρχεται από το λατινικό "initiare", το οποίο σημαίνει "να αρχίσει" ή "να εισέλθει". Το "in-" είναι πρόθεμα που υποδηλώνει "μέσα" ή "σε", και το "facere" σημαίνει "να κάνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Comenzar (να ξεκινήσω) - Empezar (να αρχίσω) - Entrar (να εισέλθω)

Αντώνυμα: - Terminar (να τελειώσω) - Concluir (να ολοκληρώσω) - Acabar (να ολοκληρώσω)



23-07-2024