Η λέξη "iniciativa" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "iniciativa" με τη χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /iniθjaˈtiβa/.
Η λέξη "iniciativa" αναφέρεται σε μια πρόταση ή δράση που ξεκινάει κάτι, όπως μια λήψη απόφασης για την αντιμετώπιση ενός ζητήματος ή την προώθηση ενός σχεδίου ή έργου. Είναι συχνά συνδεδεμένη με την έννοια της καινοτομίας και της ενεργητικότητας. Στη γλώσσα των επιχειρήσεων και της οικονομίας, η "iniciativa" αναφέρεται συχνά σε προγράμματα ή στρατηγικές που προωθούν την ανάπτυξη και την πρόοδο. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο.
La iniciativa del gobierno para mejorar la educación ha sido bien recibida.
(Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης για τη βελτίωση της εκπαίδευσης έχει γίνει ευπρόσδεκτη.)
Tomó la iniciativa de organizar el evento para recaudar fondos.
(Πήρε την πρωτοβουλία να οργανώσει την εκδήλωση για να συγκεντρώσει κεφάλαια.)
Η λέξη "iniciativa" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές φράσεις που αντικατοπτρίζουν την έννοια της δράσης ή της καινοτομίας.
Tomar la iniciativa es clave para el éxito en cualquier proyecto.
(Η ανάληψη της πρωτοβουλίας είναι βασική για την επιτυχία σε οποιοδήποτε έργο.)
Es una iniciativa valiosa que todos deberíamos apoyar.
(Είναι μια αξιόλογη πρωτοβουλία που όλοι θα έπρεπε να στηρίξουμε.)
La iniciativa privada puede impulsar el desarrollo económico.
(Η ιδιωτική πρωτοβουλία μπορεί να προωθήσει την οικονομική ανάπτυξη.)
Η λέξη "iniciativa" προέρχεται από τα λατινικά "initiatīva", που σημαίνει "αυτό που αρχίζει" και σχετίζεται με τη λέξη "initium", που σημαίνει "αρχή".