inmediato - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

inmediato (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "inmediato" είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "inmediato" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /inmeˈðjato/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "inmediato" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει κάτι που συμβαίνει χωρίς καθυστέρηση ή που είναι πολύ κοντά χρονικά ή τοπικά. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή και μπορεί να συναντηθεί εξίσου σε προφορικά και γραπτά πλαίσια, αν και είναι πιο εμφανής σε γραπτά κείμενα όπως ιατρικές ή επιστημονικές αναφορές.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El tratamiento debe ser inmediato.
  2. Η θεραπεία πρέπει να είναι άμεση.

  3. Recibí una respuesta inmediata a mi consulta.

  4. Έλαβα μια άμεση απάντηση στην ερώτησή μου.

  5. La acción inmediata es necesaria para salvar vidas.

  6. Η άμεση δράση είναι απαραίτητη για να σωθούν ζωές.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "inmediato" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:

  1. Actuar de forma inmediata.
  2. Δράστε άμεσα.

  3. La necesidad de una respuesta inmediata.

  4. Η ανάγκη για μια άμεση απάντηση.

  5. Resultado inmediato.

  6. Άμεσο αποτέλεσμα.

  7. Reacción inmediata ante el peligro.

  8. Άμεση αντίδραση μπροστά στον κίνδυνο.

  9. Solución inmediata al problema.

  10. Άμεση λύση στο πρόβλημα.

  11. Atención inmediata en la emergencia.

  12. Άμεση προσοχή στην έκθεση.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "inmediato" προέρχεται από το λατινικό "inmediatus", όπου "in-" σημαίνει "χωρίς" και "mediatus" προέρχεται από το "medius", που σημαίνει "μέσος". Έτσι, η λέξη ερμηνεύεται ως κάτι που είναι "χωρίς μεσάζοντες" ή άμεσο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - inmediato - urgente - rápido

Αντώνυμα: - tardío - demorado - lento



22-07-2024