Inofensivo είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: [inoˈfensivo].
Η λέξη inofensivo αναφέρεται σε κάτι που δεν προκαλεί βλάβη ή βλάβη σε άλλους, είτε σωματικά είτε ψυχικά. Χρησιμοποιείται κυρίως σε περιβάλλοντα όπου η αθωότητα ή η μη επιβλαβής φύση ενός αντικειμένου ή προσώπου θίγεται. Στη γλώσσα των Ισπανικών, χρησιμοποιείται συχνά και στις δύο μορφές, προφορικά και γραπτά, αλλά τείνει να είναι πιο συνηθισμένο στον γραπτό λόγο.
El producto es inofensivo para la salud.
(Το προϊόν είναι αβλαβές για την υγεία.)
Sus comentarios fueron inofensivos y no ofendieron a nadie.
(Τα σχόλιά του ήταν αθώα και δεν προσέβαλαν κανέναν.)
El perro es inofensivo; solo quiere jugar.
(Ο σκύλος είναι ανώδυνος· μόνο θέλει να παίξει.)
Η λέξη inofensivo μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές:
Un comentario inofensivo no debería causar problemas.
(Ένα αθώο σχόλιο δεν θα έπρεπε να προκαλέσει προβλήματα.)
Ella siempre busca ser inofensiva con sus palabras.
(Η ίδια πάντα προσπαθεί να είναι αβλαβής με τα λόγια της.)
La película es inofensiva para los niños.
(Η ταινία είναι αβλαβής για τα παιδιά.)
A veces, lo inofensivo puede ser malinterpretado.
(Μερικές φορές, το αβλαβές μπορεί να παρεξηγηθεί.)
Hacer comentarios inofensivos no significa ser indiferente.
(Η υποβολή αθώων σχολίων δεν σημαίνει ότι είσαι αδιάφορος.)
Η λέξη inofensivo προέρχεται από την ένωση του προθέματος "in-", που σημαίνει "μη", και της λέξης "ofensivo," που προέρχεται από το ρήμα "ofender," το οποίο σημαίνει "να προσβάλλει". Έτσι, "inofensivo" σημαίνει "μη προσβλητικός".
Συνώνυμα: - inofensivo - inofensivo - inofensivo
Αντώνυμα: - ofensivo - dañino - perjudicial