Η λέξη "insidioso" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "insidioso" με τη χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: /in.siˈðjoso/
Η λέξη "insidioso" αναφέρεται σε κάτι που είναι ύπουλο ή πανούργο, δηλαδή μπορεί να προκαλέσει ζημιά ή κινδύνους με κρυφό τρόπο. χρήση της είναι συχνή σε νομικά κείμενα ή ιατρικές αναφορές, όπου περιγράφει καταστάσεις ή συμπτώματα που δεν είναι άμεσα εμφανή αλλά επικίνδυνα.
Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, με τη λέξη να χρησιμοποιείται συχνότερα σε γραπτό πλαίσιο, ειδικά σε επίσημα ή ακαδημαϊκά κείμενα.
El veneno es insidioso, ya que puede no mostrar síntomas inmediatos.
(Το δηλητήριο είναι ύπουλο, καθώς μπορεί να μην δείξει άμεσα συμπτώματα.)
La estrategia insidiosa del adversario sorprendió a todos.
(Η ύπουλη στρατηγική του αντιπάλου εξέπληξε όλους.)
Η λέξη "insidioso" μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Un plan insidioso puede arruinar la confianza.
(Ένα ύπουλο σχέδιο μπορεί να καταστρέψει την εμπιστοσύνη.)
Los rumores insidiosos se propagan rápidamente.
(Οι ύποπτοι φήμες διαδίδονται γρήγορα.)
La enfermedad tiene un carácter insidioso, lo que dificulta su detección.
(Η ασθένεια έχει ύπουλο χαρακτήρα, γεγονός που δυσχεραίνει την ανίχνευσή της.)
Una mentalidad insidiosa puede llevar a un entorno tóxico.
(Μια ύπουλη νοοτροπία μπορεί να οδηγήσει σε ένα τοξικό περιβάλλον.)
Es insidioso cómo a veces las pequeñas mentiras pueden tener grandes consecuencias.
(Είναι ύπουλο πώς μερικές φορές τα μικρά ψέματα μπορούν να έχουν μεγάλες συνέπειες.)
Η λέξη "insidioso" προέρχεται από το λατινικό "insidiosus," που σημαίνει "ύπουλος, παγίδα," το οποίο με τη σειρά του προέρχεται από το ρήμα "insidēre," που σημαίνει "καθίσω, κρυφά."
Συνώνυμα: - malicioso (κακοήθης) - traicionero (προδοτικός)
Αντώνυμα: - honesto (έντιμος) - sincero (ειλικρινής)