insinuarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

insinuarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "insinuarse" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /insinuˈaɾse/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "insinuarse" σημαίνει να εισέλθει ή να παραβιάσει ένα χώρο ή μια κατάσταση με αθέατο ή δόλιο τρόπο. Συχνά χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε μια συμπεριφορά ή σε μια πράξη που γίνεται υποκριτικά ή κρυφά. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε προφορικό και γραπτό λόγο, αν και είναι πιο συχνή στους προφορικούς διαλόγους, όταν αναφερόμαστε σε καταστάσεις που περιλαμβάνουν υπόγειες ή συχνά αμφιλεγόμενες προθέσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Ella siempre trata de insinuarse en las conversaciones importantes.
    (Αυτή πάντα προσπαθεί να παρεισφρήσει στις σημαντικές συνομιλίες.)

  2. Es necesario que dejes de insinuarte, la gente no aprecia esa actitud.
    (Χρειάζεται να σταματήσεις να παρεισφρέεις, οι άνθρωποι δεν εκτιμούν αυτή τη στάση.)

  3. Su manera de hablar parece insinuarse que tiene otros intereses.
    (Ο τρόπος που μιλά φαίνεται να υπονοεί ότι έχει άλλα συμφέροντα.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "insinuarse" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Insinuarse en la vida de alguien.
    (Παρεμβάλλομαι στη ζωή κάποιου.)
  2. "No deberías insinuarte en la vida de los demás sin permiso."
    (Δεν θα έπρεπε να παρεμβαίνεις στη ζωή των άλλων χωρίς άδεια.)

  3. Insinuarse con diplomacia.
    (Παρεμβαίνω με διπλωματία.)

  4. "Ella sabe insinuarse con diplomacia para conseguir lo que quiere."
    (Αυτή ξέρει να παρεισφρήσει με διπλωματία για να πετύχει αυτό που θέλει.)

  5. Insinuarse como un ladrón.
    (Παρεμβαίνω σαν συμβατικός κλέφτης.)

  6. "Se insinuó como un ladrón en la fiesta, tratando de robar la atención."
    (Παρεμβλήθηκε σαν κλέφτης στη γιορτή, προσπαθώντας να κλέψει την προσοχή.)

Ετυμολογία

Η λέξη "insinuarse" προέρχεται από το λατινικό "insinuare", που σημαίνει "να εισάγω", "να παρασύρω", από το "in-" (μέσα) και "sinus" (λούστρο, καλύπτω).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Introducirse - Colarse - Intervenir

Αντώνυμα: - Alejarse - Retirarse - Excluir



23-07-2024