insolvencia - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

insolvencia (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "insolvencia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

/insolˈβenθia/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "insolvencia" αναφέρεται στην αδυναμία ενός ατόμου ή μιας επιχείρησης να εκπληρώσει τις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Στον τομέα του δικαίου, η αφερεγγυότητα μπορεί να οδηγήσει σε νομικές διαδικασίες όπως η πτώχευση. Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε οικονομικά και νομικά πλαίσια, συνήθως με υψηλή συχνότητα στις επιχειρηματικές και νομικές επικοινωνίες. Είναι πιο κοινό να συναντάται σε γραπτό λόγο παρά σε προφορικό.

Παραδείγματα Προτάσεων

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "insolvencia" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "insolventia", που σημαίνει "μη ικανός να πληρώσει", όπου το πρόθεμα "in-" σημαίνει "μη" και η ρίζα "solvent-" σχετίζεται με το "solvere", που σημαίνει "πληρώνω" ή "λύω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Aforamiento
- Aclimatación

Αντώνυμα:
- Solvencia
- Capacidad de pago



23-07-2024