Η λέξη "insondable" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης είναι /in.sonˈda.βle/ σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA).
Η λέξη "insondable" σημαίνει αυτό που δεν μπορεί να μετρηθεί ή να κατανοηθεί πλήρως. Συχνά χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε συναισθήματα, σκέψεις ή καταστάσεις που είναι βαθιές και δύσκολα προσβάσιμες ή κατανοητές. Η χρήση της είναι σχετικά συχνή και συνήθως εμφανίζεται σε γραπτό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί στον προφορικό λόγο για να δηλώσει κάτι που είναι ασύλληπτο ή που δεν μπορεί να εξεταστεί με συμβατικούς τρόπους.
El océano es insondable en su profundidad.
(Ο ωκεανός είναι αβύθιστος στην βαθιά του.)
Sus pensamientos son insondables para mí.
(Οι σκέψεις του είναι ανεξιχνίαστες για μένα.)
La naturaleza del amor a veces es insondable.
(Η φύση της αγάπης μερικές φορές είναι αδιευκρίνιστη.)
Η λέξη "insondable" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που εκφράζουν έννοιες της αβυσσαλέας ή ανεξιχνίαστης φύσης.
La tristeza insondable puede afectar a cualquiera en algún momento de su vida.
(Η αβύθιστη θλίψη μπορεί να επηρεάσει οποιονδήποτε κάποια στιγμή στη ζωή του.)
Sus secretos son insondables, nadie los comprende.
(Τα μυστικά του είναι ανεξιχνίαστα, κανείς δεν τα καταλαβαίνει.)
La insondable belleza del universo nos deja sin palabras.
(Η ανεξιχνίαστη ομορφιά του σύμπαντος μας αφήνει χωρίς λόγια.)
Hay momentos insondables que cambian nuestras vidas para siempre.
(Υπάρχουν αβύθιστες στιγμές που αλλάζουν τις ζωές μας για πάντα.)
El insondable abismo de la soledad puede ser aterrador.
(Η αβύθιστη άβυσσος της μοναξιάς μπορεί να είναι τρομακτική.)
Las insondables misterios del ser humano siempre nos intrigan.
(Τα ανεξιχνίαστα μυστικά του ανθρώπου πάντα μας προκαλούν ενδιαφέρον.)
La insondable complejidad de la vida es un gran misterio.
(Η ανεξιχνίαστη πολυπλοκότητα της ζωής είναι ένα μεγάλο μυστήριο.)
Η λέξη "insondable" προέρχεται από το λεκτικό "sonda", που σημαίνει "βύθισμα" ή "μέτρο" και έχει το πρόθεμα "in-" που υποδηλώνει άρνηση ή απουσία.