instalarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

instalarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "instalarse" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

[instaˈlaɾse]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρησιμοποίηση

Η λέξη "instalarse" σημαίνει τη διαδικασία εγκατάστασης ή τακτοποίησης σε ένα νέο χώρο ή κατάσταση. Χρησιμοποιείται συχνά στην καθημερινή γλώσσα, είτε σε προφορικό είτε σε γραπτό περιβάλλον. Είναι πιο κοινή σε προφορική χρήση, καθώς συχνά αναφέρεται σε διαδικασίες που σχετίζονται με την καθημερινότητα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Voy a instalarme en mi nueva casa.
    (Θα εγκατασταθώ στο νέο μου σπίτι.)

  2. Ella se va a instalar en Madrid por unos meses.
    (Αυτή θα εγκατασταθεί στη Μαδρίτη για μερικούς μήνες.)

  3. Después de instalarse, él se sintió más cómodo.
    (Μετά την εγκατάστασή του, ένιωσε πιο άνετα.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "instalarse" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Instalarse en el corazón de alguien.
    (Να εγκατασταθεί στην καρδιά κάποιου.)
  2. Αυτή η φράση σημαίνει ότι κάποιος γίνεται πολύ αγαπητός ή σημαντικός για κάποιον άλλον.

  3. Instalarse en la rutina.
    (Να εγκατασταθεί στη ρουτίνα.)

  4. Αυτό υποδηλώνει ότι κάποιος έχει προσαρμοστεί σε μια συγκεκριμένη καθημερινή συνήθεια.

  5. Instalarse en un lugar cómodo.
    (Να εγκατασταθεί σε ένα άνετο μέρος.)

  6. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που βρήκε ένα ευχάριστο και άνετο περιβάλλον.

  7. Instalarse a la sombra.
    (Να εγκατασταθεί στη σκιά.)

  8. Αυτή η φράση μπορεί να αναφέρεται σε κάποιον που αναζητά ανακούφιση ή προστασία από την ένταση ή τη θερμότητα.

  9. Demasiado tiempo instalado en el pasado.
    (Περισσότερος χρόνος εγκατεστημένος στο παρελθόν.)

  10. Μιλά για κάποιον που προσηλώνεται στο παρελθόν, χωρίς να προχωρά μπροστά.

Ετυμολογία

Η λέξη "instalarse" προέρχεται από το ρήμα "instalar" που προέρχεται από το λατινικό "instalare", σημαίνοντας να τοποθετείς ή να εγκαθιστάς.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - establecerse - acomodarse

Αντώνυμα: - desinstalarse - abandonar



23-07-2024