Η λέξη "instinto" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή (Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο): [ins'tintɔ]
Η μετάφραση της λέξης "instinto" στα Ελληνικά είναι "ένστικτο".
Η λέξη "instinto" αναφέρεται σε μια φυσική ικανότητα ή τάση που καθοδηγεί τη συμπεριφορά ενός ζωντανού οργανισμού, συχνά χωρίς ανάγκη λογικής σκέψης ή μάθησης. Χρησιμοποιείται από το γενικό λόγο έως την ιατρική, όπου μπορεί να αναφέρεται σε φυσικές αντιδράσεις σώματος και νου. Η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με περισσότερη συχνότητα στον καθημερινό λόγο.
"El instinto de supervivencia es muy fuerte en los animales."
"Το ένστικτο επιβίωσης είναι πολύ ισχυρό στα ζώα."
"A veces, el instinto nos dice qué camino seguir."
"Κάποιες φορές, το ένστικτο μας λέει ποιο δρόμο να ακολουθήσουμε."
"El instinto maternal es natural en muchas madres."
"Το μητρικό ένστικτο είναι φυσικό σε πολλές μητέρες."
Η λέξη "instinto" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
"Seguir el instinto"
"Ακολουθώ το ένστικτο."
Αυτό σημαίνει να πάρω αποφάσεις βασισμένες σε εσωτερικές αισθήσεις αντί για λογική.
"Instinto asesino"
"Ένστικτο δολοφόνου."
Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια αίσθηση επιθετικότητας ή παρορμητικής συμπεριφοράς.
"Instinto natural"
"Φυσικό ένστικτο."
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις έμφυτες τάσεις που έχουν οι άνθρωποι ή τα ζώα.
"Hacer caso al instinto"
"Να ακούς το ένστικτο."
Αυτή η φράση αναφέρεται στην αξία του να εμπιστεύεσαι τις εσωτερικές σου ενδείξεις.
"El instinto de manada"
"Το ένστικτο της αγέλης."
Αυτή η ιδέα περιγράφει την τάση των ζώων να κινούνται και να συμπεριφέρονται συλλογικά για την ασφαλή επιβίωση.
Η λέξη "instinto" προέρχεται από το λατινικό "instinctus", το οποίο σημαίνει "που έχει παρακινηθεί" ή "που έχει εγερθεί". Συνδέεται με την ιδέα της φυσικής κίνησης και του ενστίκτου.
Αυτή η ανάλυση της λέξης "instinto" αποτυπώνει τις πολυάριθμες πτυχές της στη γλώσσα Ισπανικά, περιλαμβάνοντας την έννοια, τη χρήση της και την παρουσία της σε ιδιωματικές εκφράσεις.