Το "insumos" είναι ένα ουσιαστικό πληθυντικού αριθμού.
Η φωνητική μεταγραφή του "insumos" είναι /inˈsumos/.
Η λέξη "insumos" αναφέρεται σε υλικά ή προϊόντα που χρησιμοποιούνται σε κάποια διαδικασία παραγωγής ή υπηρεσίας. Στη γλώσσα των επιχειρήσεων και της βιομηχανίας, αναφέρεται συχνά στα πρώτα υλικά ή στις προμήθειες που απαιτούνται για να παραχθεί ένα τελικό προϊόν. Στη λογοτεχνία και τον προφορικό λόγο, μπορεί να χρησιμοποιείται λιγότερο, αλλά στις βιομηχανικές και εμπορικές συζητήσεις έχει υψηλή συχνότητα χρήσης.
Τα υλικά που απαιτούνται για την κατασκευή είναι πολύ ακριβά.
Es fundamental tener los insumos adecuados para la producción.
Η λέξη "insumos" μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις ή φράσεις που σχετίζονται με λιγότερο κοινές έννοιες στην καθημερινή ομιλία, κυρίως σε επαγγελματικά ή βιομηχανικά συμφραζόμενα.
Η εταιρεία στερείται των υλικών για να λειτουργήσει.
Auditar los insumos es crucial para la eficiencia.
Η επιθεώρηση των υλικών είναι κρίσιμη για την αποδοτικότητα.
Sin insumos, no hay producción.
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "insuma", που σημαίνει "να εισάγεται", και στην ισπανική γλώσσα χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε υλικά ή προμήθειες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή.
Συνώνυμα: - materiales (υλικά) - productos (προϊόντα)
Αντώνυμα: - desperdicio (απόβλητο) - falta (έλλειψη)