Η λέξη "intangible" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "intangible" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /ɪnˈtændʒəbl/.
Οι μεταφράσεις της λέξης "intangible" στα Ελληνικά περιλαμβάνουν: - άυλος - αφηρημένος
Η λέξη "intangible" αναφέρεται σε κάτι που δεν είναι απτό ή υλικό, δηλαδή που δεν μπορεί να αγγιχθεί ή να υλοποιηθεί. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει αξίες, ιδέες ή περιουσίες που δεν έχουν φυσική μορφή, όπως χρέη, ενεργά δικαιώματα ή συναισθηματικές αξίες. Η συχνότητα χρήσης της προέρχεται από το πεδίο των επιχειρήσεων, του δικαίου και της φιλοσοφίας. Δεδομένου ότι πρόκειται για μια τεχνική έννοια, χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
Η άυλη κληρονομιά της επιχείρησης περιλαμβάνει τη φήμη της και την οργανωτική της κουλτούρα.
Los derechos de autor son un tipo de activo intangible que puede generar ingresos.
Τα πνευματικά δικαιώματα είναι ένας τύπος άυλου περιουσιακού στοιχείου που μπορεί να δημιουργήσει έσοδα.
La felicidad es un concepto intangible que a menudo se busca en la vida.
Τα άυλα περιουσιακά στοιχεία είναι ζωτικής σημασίας για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
El valor intangible de la marca se refleja en su lealtad de los clientes.
Η άυλη αξία της μάρκας αντικατοπτρίζεται στην πιστότητα των πελατών της.
Es difícil medir la satisfacción del cliente, ya que es un aspecto intangible.
Είναι δύσκολο να μετρηθεί η ικανοποίηση του πελάτη, καθώς είναι ένα άυλο στοιχείο.
En el mundo digital, los recursos intangibles se están convirtiendo en el nuevo oro.
Στον ψηφιακό κόσμο, οι άυλοι πόροι γίνονται το νέο χρυσάφι.
La educación tiene un valor intangible que modifica la vida de las personas.
Η εκπαίδευση έχει μια άυλη αξία που αλλάζει τη ζωή των ανθρώπων.
Los recuerdos son activos intangibles que valoramos a lo largo de nuestra vida.
Η λέξη "intangible" προέρχεται από την λατινική λέξη "intangibilis", η οποία αποτελείται από το πρόθεμα "in-" (όχι) και "tangere" (να αγγίξει). Έτσι, η προέλευση της λέξης υποδηλώνει κάτι που δεν μπορεί να αγγιχθεί.
Συνώνυμα: - Άυλος - Αφηρημένος - Ανένταχτος
Αντώνυμα: - Άμεσος - Αντικειμενικός - Υλικός