integral - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

integral (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "integral" είναι επίθετο και ουσιαστικό στα Ισπανικά.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "integral" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι:
/inteɣˈɾal/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "integral" στα Ισπανικά σημαίνει "ακεραίος" ή "ολοκληρωμένος". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι το οποίο είναι πλήρες ή συνιστά μέρος ενός συνόλου. Στην μαθηματική γλώσσα, αναφέρεται σε συγκεκριμένο τύπο υπολογισμού, όπως το ολοκλήρωμα.

Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, κυρίως σε ακαδημαϊκά και τεχνικά κείμενα, αλλά και σε καθημερινές συζητήσεις, αναλόγως του πλαισίου.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La función es integral en el cálculo.
    (Η συνάρτηση είναι ολοκληρωμένη στον υπολογισμό.)

  2. Es importante tener un enfoque integral para resolver este problema.
    (Είναι σημαντικό να έχουμε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για να λύσουμε αυτό το πρόβλημα.)

  3. El concepto de integral en matemáticas es fundamental.
    (Η έννοια του ολοκληρώματος στη μαθηματικά είναι θεμελιώδης.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "integral" χρησιμοποιείται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. La integral de la vida es aprender y crecer.
    (Η ολοκλήρωση της ζωής είναι να μαθαίνεις και να μεγαλώνεις.)

  2. Un enfoque integral es clave para el éxito.
    (Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση είναι το κλειδί για την επιτυχία.)

  3. La salud integral incluye el bienestar físico y emocional.
    (Η ολοκληρωμένη υγεία περιλαμβάνει τη σωματική και συναισθηματική ευεξία.)

  4. Es fundamental tener una educación integral.
    (Είναι θεμελιώδες να έχουμε μια ολοκληρωμένη εκπαίδευση.)

  5. El desarrollo integral del niño es una prioridad.
    (Η ολοκληρωμένη ανάπτυξη του παιδιού είναι προτεραιότητα.)

  6. Las políticas integrales pueden mejorar la calidad de vida.
    (Οι ολοκληρωμένες πολιτικές μπορούν να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής.)

  7. Se necesita un plan integral para abordar el problema.
    (Χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα.)

Ετυμολογία

Η λέξη "integral" προέρχεται από το λατινικό "integralis", που σημαίνει "ολόκληρος, πλήρης".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - completo (πλήρης) - entero (ολόκληρος)

Αντώνυμα: - parcial (μερικός) - incompleto (μη πλήρης)



22-07-2024