Ρήμα
[in.te.ɾi.ɣi.ðað]
Η λέξη "integridad" στα Ισπανικά αναφέρεται στην έννοια της ακεραιότητας, η οποία περιλαμβάνει την ηθική εντιμότητα και την ύπαρξη σταθερών αξιών. Χρησιμοποιείται συχνά και στους τομείς του νόμου και της ιατρικής για να δηλώσει την ιδέα της αμέλειας ή του σεβασμού στην τήρηση κανόνων και ηθικών αρχών. Η χρήση της είναι αρκετά συχνή, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
La integridad es fundamental en cualquier relación de confianza.
(Η ακεραιότητα είναι θεμελιώδης σε κάθε σχέση εμπιστοσύνης.)
La integridad de los datos es crucial en la investigación médica.
(Η ακεραιότητα των δεδομένων είναι κρίσιμη στην ιατρική έρευνα.)
Un abogado debe demostrar integridad en el ejercicio de su profesión.
(Ένας δικηγόρος πρέπει να αποδεικνύει ακεραιότητα στην άσκηση του επαγγέλματός του.)
Η λέξη "integridad" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις στην Ισπανική γλώσσα:
Integridad moral
La integridad moral de un líder es esencial para ganar la confianza de la comunidad.
(Η ηθική ακεραιότητα ενός ηγέτη είναι απαραίτητη για να κερδίσει την εμπιστοσύνη της κοινότητας.)
Mantener la integridad
Es importante mantener la integridad de la institución a toda costa.
(Είναι σημαντικό να διατηρηθεί η ακεραιότητα του ιδρύματος με κάθε κόστος.)
Integridad personal
La integridad personal es una característica que todos deberían valorar.
(Η προσωπική ακεραιότητα είναι ένα χαρακτηριστικό που όλοι θα έπρεπε να εκτιμούν.)
Integridad en el trabajo
La integridad en el trabajo es clave para el éxito de cualquier proyecto.
(Η ακεραιότητα στη δουλειά είναι καθοριστική για την επιτυχία κάθε έργου.)
Integridad institucional
La integridad institucional debe ser prioridad para evitar la corrupción.
(Η θεσμική ακεραιότητα πρέπει να είναι προτεραιότητα για να αποφευχθεί η διαφθορά.)
Η λέξη "integridad" προέρχεται από το λατινικό "integritas", που σημαίνει "ολότητα, ακεραιότητα". Η ρίζα "integ-" σχετίζεται με την έννοια του "μη κατεστραμμένου" ή "πλήρους".
Συνώνυμα: - Honradez (εντιμότητα) - Rectitud (ορθότητα) - Completa (πλήρης)
Αντώνυμα: - Corrupción (διαφθορά) - Deshonestidad (ανειλικρίνεια) - Fragmentación (κατακερματισμός)