interferencia - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

interferencia (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "interferencia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

/inteɾfeɾenθia/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η "interferencia" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση κατά την οποία δύο ή περισσότερα φαινόμενα, όπως κύματα ή signals, αλληλεπιδρούν με την παρουσία τους. Η λέξη χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, όπως η φυσική, η ιατρική και η τεχνολογία, ιδιαίτερα στη ραδιοφωνία. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, και είναι περισσότερο κοινή σε γραπτό λόγο, ειδικά σε επιστημονικά κείμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. La interferencia de las ondas de radio puede afectar la calidad de la señal.
  2. Η παρεμβολή των ραδιοκυμάτων μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα του σήματος.

  3. En la medicina, la interferencia en los resultados de los exámenes puede llevar a diagnósticos erróneos.

  4. Στην ιατρική, η παρέμβαση στα αποτελέσματα των εξετάσεων μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένες διαγνώσεις.

  5. La interferencia en un circuito eléctrico puede causar fallos en el funcionamiento del dispositivo.

  6. Η παρέμβαση σε ένα ηλεκτρικό κύκλωμα μπορεί να προκαλέσει βλάβες στη λειτουργία της συσκευής.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "interferencia" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. "No hay interferencia en la comunicación."
  2. "Δεν υπάρχει παρεμβολή στην επικοινωνία."

  3. "La interferencia externa complicó la situación."

  4. "Η εξωτερική παρέμβαση περιέπλεξε την κατάσταση."

  5. "Evitar la interferencia en los resultados es fundamental para la investigación."

  6. "Η αποφυγή παρέμβασης στα αποτελέσματα είναι θεμελιώδης για την έρευνα."

  7. "La interferencia entre los equipos puede ser problemática."

  8. "Η παρεμβολή μεταξύ των συσκευών μπορεί να είναι προβληματική."

  9. "Busca minimizar la interferencia en el entorno."

  10. "Προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει την παρέμβαση στο περιβάλλον."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "interferencia" προέρχεται από το λατινικό "interferentia", το οποίο σημαίνει "παρεμβολή" και σχηματίζεται από το πρόθεμα "inter-" (μεταξύ) και το ρήμα "ferre" (φέρνω).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Intervención - Perturbación - Superposición

Αντώνυμα: - Claridad - Separación - Distinción

Συμπέρασμα

Η λέξη "interferencia" είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε διάφορους επιστημονικούς τομείς και έχει σημασία με πολλές εφαρμογές, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε επικοινωνίες και φυσικά φαινόμενα.



23-07-2024