interior - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

interior (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Interior είναι ουσιαστικό και επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /in.teˈɾi.oɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη interior αναφέρεται σε οτιδήποτε είναι εσωτερικό ή στο εσωτερικό ενός πράγματος. Στα Ισπανικά χρησιμοποιείται σε πολλές περιπτώσεις, είτε για να περιγράψει φυσικούς χώρους, είτε ως μεταφορά για συναισθήματα ή σκέψεις. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρά προτίμηση στο γραπτό πλαίσιο λόγω της επίσημης φύσης των συζητήσεων γύρω από τα εσωτερικά θέματα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El interior de la casa es muy acogedor.
  2. Η εσωτερική πλευρά του σπιτιού είναι πολύ φιλόξενη.

  3. El diseño del interior del vehículo es moderno y funcional.

  4. Ο σχεδιασμός του εσωτερικού του οχήματος είναι μοντέρνος και λειτουργικός.

  5. Ella confió en su interior para tomar la decisión correcta.

  6. Αυτή εμπιστεύθηκε το εσωτερικό της για να πάρει τη σωστή απόφαση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Στα Ισπανικά, η λέξη interior χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Hacer un viaje al interior.
  2. Να κάνω ένα ταξίδι στο εσωτερικό (να διερευνήσω τα εσωτερικά μου).

  3. Luchar contra mi interior.

  4. Να παλέψω με τον εσωτερικό μου εαυτό.

  5. Conocer mi verdadero interior.

  6. Να γνωρίσω τον αληθινό μου εαυτό.

  7. El interior de uno dice mucho de su personalidad.

  8. Ο εσωτερικός κόσμος ενός λέει πολλά για την προσωπικότητά του.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη interior προέρχεται από τα Λατινικά "interior", που σημαίνει "εσωτερικός". Το ρίζα της λέξης συνδέεται με την έννοια της εσωτερίκευσης και της εμβάθυνσης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Interno - Estructural (σε συγκεκριμένα πλαίσια)

Αντώνυμα: - Exterior - Externo

Αυτά τα στοιχεία συναποτελούν την πληροφορία για τη λέξη interior στη γλώσσα Ισπανικά.



22-07-2024