intervalo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

intervalo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "intervalo" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "intervalo" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /in.teɾ.ˈβa.lo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "intervalo" αναφέρεται σε έναν χώρο ή χρόνος ανάμεσα σε δύο σημεία, γεγονότα ή καταστάσεις. Χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορα συμφραζόμενα, όπως στα μαθηματικά (για να περιγράψει τα διαστήματα που υπάρχουν μεταξύ αριθμών), στη μουσική (για να αναφερθεί στη χρονική απόσταση μεταξύ δύο νότες) και γενικά σε οποιαδήποτε διαίρεση χρόνου ή χώρου.

Η χρήση του "intervalo" είναι αρκετά συχνή και μπορεί να εμφανίζεται τόσο στον προφορικό της λόγο όσο και σε γραπτά κείμενα, εφόσον τα θέματα που θίγονται σχετίζονται με μετρήσεις ή διαστήματα.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. Los deportistas toman un intervalo durante el partido para descansar.
  2. Οι αθλητές παίρνουν ένα διάστημα κατά τη διάρκεια του αγώνα για να ξεκουραστούν.

  3. El intervalo entre las dos presentaciones fue de quince minutos.

  4. Το μεσοδιάστημα μεταξύ των δύο παρουσιάσεων ήταν δεκαπέντε λεπτά.

  5. Es importante hacer un intervalo entre el estudio y el ocio.

  6. Είναι σημαντικό να κάνετε ένα διάλειμμα μεταξύ της μελέτης και της ψυχαγωγίας.

Ιδωματικές εκφράσεις

Η λέξη "intervalo" χρησιμοποιείται και σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις. Παρακάτω ακολουθούν παραδείγματα:

  1. Tomar un intervalo.
  2. Παίρνω μια παύση.
  3. Χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε διάλειμμα ή ξεκούραση.

  4. ¡Qué intervalo tan largo!

  5. Τι μεγάλο διάστημα!
  6. Χρησιμοποιείται για να τονίσει ότι κάτι χρειάζεται πολύ χρόνο ή έχει λάβει πολύ χρόνο.

  7. En intervalo de tiempo.

  8. Σε διάστημα χρόνου.
  9. Χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

  10. Intervalo de confianza.

  11. Διάστημα εμπιστοσύνης.
  12. Ένας όρος στατιστικής που αναφέρεται στο εύρος τιμών μέσα στο οποίο προϋποθέτουμε ότι συναντώνται οι αληθείς παράμετροι.

  13. Establecer intervalos.

  14. Καθόρισε διαστήματα.
  15. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη διαδικασία ορισμού ή χωρισμού σε διαστήματα.

Ετυμολογία

Η λέξη "intervalo" προέρχεται από το λατινικό "intervallum," που σημαίνει "διάστημα," και αποτελείται από τις λατινικές λέξεις "inter" (ανάμεσα) και "vallum" (περίβλημα, φράγμα).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - pausa (παύση) - espacio (χώρος) - hiato (κενό)

Αντώνυμα: - continuidad (συνέχεια) - ininterrumpido (αδιάκοπος)



23-07-2024