Η λέξη "intriga" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "intriga" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /inˈtɾiɣa/
Η λέξη "intriga" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα αίσθημα περιέργειας ή ενδιαφέροντος που προκαλεί μια κατάσταση ή ένα γεγονός, συχνά που σχετίζεται με μυστικά ή περίπλοκες σχέσεις. Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται συχνά σε λογοτεχνικά ή κινηματογραφικά συμφραζόμενα, καθώς και σε καθημερινές καταστάσεις όπου ένα γεγονός εγείρει απορίες ή αβεβαιότητες. Η λέξη είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε γραπτό κείμενο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και στον προφορικό λόγο.
La historia está llena de intriga y misterio.
(Η ιστορία είναι γεμάτη από ίντριγκα και μυστήριο.)
Su comportamiento suscitó intriga entre sus amigos.
(Η συμπεριφορά του προκάλεσε περίεργεια μεταξύ των φίλων του.)
Η λέξη "intriga" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Armar una intriga
(Να προκαλείς ίντριγκα)
Siempre que hay un conflicto laboral, se arma una intriga entre los empleados.
(Όποτε υπάρχει μια εργασιακή διένεξη, προκαλείται ίντριγκα μεταξύ των υπαλλήλων.)
Intriga palaciega
(Ιντριγκα της αυλής)
Las intrigas palaciegas siempre han sido parte de la política en las monarquías.
(Οι ίντριγκες της αυλής υπήρξαν πάντα μέρος της πολιτικής στις μοναρχίες.)
Intriga capital
(Κεντρική ίντριγκα)
La novela se centra en una intriga capital que involucra traición.
(Το μυθιστόρημα επικεντρώνεται σε μια κεντρική ίντριγκα που περιλαμβάνει προδοσία.)
Η λέξη "intriga" προέρχεται από το λατινικό "intrica", που σημαίνει "περίπλοκος". Συνδέεται με την έννοια της περιπλοκότητας και του μυστήριου.
Συνώνυμα:
- misterio (μυστικό)
- curiosidad (περιέργεια)
- complot (σχέδιο)
Αντώνυμα:
- simplicidad (απλότητα)
- claridad (καθαρότητα)
- certidumbre (βεβαιότητα)