intrigado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

intrigado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/intigˈaðo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "intrigado" προέρχεται από το ρήμα "intrigar", που σημαίνει "να προκαλείς ενδιαφέρον ή περιέργεια". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι περίεργος ή έχει προκληθεί ενδιαφέρον σε σχέση με κάτι. Στη γλώσσα των Ισπανικών, είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να εμφανίζεται και σε γραπτό κείμενο, ιδιαίτερα σε λογοτεχνικά ή δημοσιογραφικά συμφραζόμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Estoy intrigado por la nueva película.
  2. Είμαι περίεργος για την καινούργια ταινία.

  3. Su historia me dejó intrigado.

  4. Η ιστορία του/της με άφησε περίεργο.

  5. Quedé intrigado después de leer el primer capítulo.

  6. Έμεινα περίεργος μετά την ανάγνωση του πρώτου κεφαλαίου.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "intrigado" εμφανίζεται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες δείχνουν την περιέργεια ή το ενδιαφέρον.

  1. Estar intrigado por algo.
  2. Να είσαι περίεργος για κάτι.
  3. Ejemplo: Estoy intrigado por lo que sucederá después
  4. Μετάφραση: Είμαι περίεργος για το τι θα συμβεί στη συνέχεια.

  5. Dejar a alguien intrigado.

  6. Να αφήνεις κάποιον περίεργο.
  7. Ejemplo: Su desaparición dejó a todos intrigados.
  8. Μετάφραση: Η εξαφάνισή του άφησε όλους περίεργους.

  9. Ser un tema intrigado.

  10. Να είναι ένα περίεργο θέμα.
  11. Ejemplo: La política siempre es un tema intrigado.
  12. Μετάφραση: Η πολιτική είναι πάντα ένα περίεργο θέμα.

Ετυμολογία

Η λέξη "intrigado" προέρχεται από το ρήμα "intrigar", το οποίο έχει τις ρίζες του στο λατινικό "intricare", που σημαίνει "να μπερδεύω" ή "να προκαλώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Asombrado (καταπληκτικός) - Curioso (περίεργος)

Αντώνυμα: - Desinteresado (αδιάφορος) - Indiferente (αδιάφορος)



23-07-2024