Το "inundar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή του "inundar" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου: [inu̯nˈðaɾ]
Η λέξη "inundar" σημαίνει να προκαλέσει μια κατάσταση όπου ένα μέρος γεμίζει με νερό ή άλλο υγρό, συνήθως υπερβαίνοντας τα φυσιολογικά του όρια, όπως σε περίπτωση πλημμύρας. Χρησιμοποιείται επίσης μεταφορικά για να δηλώσει ότι κάτι γεμίζει ή κατακλύζεται, είτε κυριολεκτικά είτε σε έννοιες όπως συναισθήματα ή πληροφορίες. Η χρήση της είναι σχετικά συχνή, όπως και στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο.
Η βροχή άρχισε να πλημμυρίζει τους δρόμους της πόλης.
El río se inundó después de las fuertes lluvias.
Η λέξη "inundar" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, για να περιγράψει καταστάσεις επιρροής ή πληθώρας.
Με κατακλύσανε από δουλειά αυτή την εβδομάδα.
Sus palabras inundaron mi corazón de felicidad.
Τα λόγια της γέμισαν την καρδιά μου από ευτυχία.
La noticia inundó las redes sociales rápidamente.
Η λέξη "inundar" προέρχεται από το λατινικό "inundare," το οποίο σημαίνει "να πλημμυρίσει." Η ρίζα "und" παραπέμπει σε υγρούς όγκους ή νερό.
Συνώνυμα: - anegar - abastecer (σε κάποιες μεταφορικές έννοιες)
Αντώνυμα: - secar (να στεγνώνω) - deshidratar (να αφυδατώνω)