inusitado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

inusitado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/inu̟siˈta̟ðo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "inusitado" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που δεν είναι συχνό ή συνήθως συναντάται, δηλαδή κάτι που είναι ασυνήθιστο ή απρόσμενο. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να είναι πιο συχνή στα γραπτά κείμενα, όπως σε λογοτεχνικά έργα ή επίσημες αναφορές, λόγω του περιεχομένου της.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es un hecho inusitado que nevó en junio.
    (Είναι ένα ασυνήθιστο γεγονός ότι χιόνισε τον Ιούνιο.)

  2. Su comportamiento inusitado sorprendió a todos.
    (Η ασυνήθιστη συμπεριφορά του/της εξέπληξε όλους.)

  3. Las flores inusitadas del jardín atrajeron la atención de los visitantes.
    (Οι ασυνήθιστες ανθοφορίες του κήπου τράβηξαν την προσοχή των επισκεπτών.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "inusitado" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συναντηθεί σε περιπτώσεις όπου περιγράφει κάτι το απρόσμενο ή εξαιρετικό. Παρακάτω παρατίθενται κάποιες προτάσεις:

  1. Lo que sucedió esa noche fue verdaderamente inusitado.
    (Αυτό που συνέβη εκείνη τη νύχτα ήταν πραγματικά απρόσμενο.)

  2. Su decisión de mudarse fue inusitada para todos.
    (Η απόφασή του/της να μετακομίσει ήταν απρόσμενη για όλους.)

  3. Hemos tenido un verano inusitado con tantas lluvias.
    (Έχουμε μια ασυνήθιστη καλοκαιρινή περίοδο με τόσες βροχές.)

Ετυμολογία

Η λέξη "inusitado" προέρχεται από τη λατινική λέξη "inusitatus", που σημαίνει "μη συνηθισμένος" ή "ασυνήθιστος".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - extraño - poco común - raro

Αντώνυμα: - habitual - común - ordinario



23-07-2024