inusual - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

inusual (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "inusual" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει κάτι που είναι ασυνήθιστο ή διαφορετικό από το κανονικό. Αντιπροσωπεύει καταστάσεις ή αντικείμενα που δεν βρίσκονται συχνά στην καθημερινότητα ή δεν ακολουθούν τους συνήθεις κανόνες. Χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο με αρκετή συχνότητα, αν και μπορεί να είναι πιο κοινή σε γραπτές περιγραφές ή αναφορές.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Η πρόταση: "Este clima es inusual para esta época del año."
  2. Μετάφραση: "Αυτή η καιρική κατάσταση είναι ασυνήθιστη για αυτή την εποχή του χρόνου."

  3. Η πρόταση: "Su comportamiento fue inusual durante la reunión."

  4. Μετάφραση: "Η συμπεριφορά του ήταν ασυνήθιστη κατά τη διάρκεια της συνάντησης."

  5. Η πρόταση: "Encontré un libro inusual en la biblioteca."

  6. Μετάφραση: "Βρήκα ένα ασυνήθιστο βιβλίο στη βιβλιοθήκη."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "inusual" δεν είναι τόσο διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε προτάσεις που εκφράζουν έκπληξη ή εντύπωση από κάτι ασυνήθιστο.

  1. Η πρόταση: "Hizo algo inusual que sorprendió a todos."
  2. Μετάφραση: "Έκανε κάτι ασυνήθιστο που εξέπληξε όλους."

  3. Η πρόταση: "Es inusual ver este tipo de arte en la calle."

  4. Μετάφραση: "Είναι ασυνήθιστο να βλέπεις αυτό το είδος τέχνης στον δρόμο."

  5. Η πρόταση: "El inusual silencio en la habitación fue preocupante."

  6. Μετάφραση: "Η ασυνήθιστη σιωπή στο δωμάτιο ήταν ανησυχητική."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "inusual" προέρχεται από τη σύνθεση της πρόθεσης "in-" (όπως στα ελληνικά "μη", "α") και της λέξης "usual" που σημαίνει "συνηθισμένος". Έτσι, το "inusual" περιγράφει κάτι που δεν είναι συνηθισμένο.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024