"ir a misa" είναι μια φράση που λειτουργεί ως ρήμα.
[ir a 'misa]
Η φράση "ir a misa" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να αναφέρεται στην πράξη της συμμετοχής ή της παρουσίας σε μια λειτουργία, κυρίως στην καθολική εκκλησία. Συχνά συνδέεται με θρησκευτικές πρακτικές και τελετές. Η χρήση της είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο και στις καθημερινές συζητήσεις σχετικά με θρησκευτικές πρακτικές και εκδηλώσεις της κοινωνίας.
Πηγαίνω στη λειτουργία κάθε Κυριακή.
Ella siempre va a misa con su familia.
Αυτή πηγαίνει πάντα στη λειτουργία με την οικογένειά της.
¿Quieres ir a misa conmigo este fin de semana?
Η φράση "ir a misa" μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με θρησκευτικές ή κοινωνικές περιπτώσεις.
Το να πηγαίνεις στη λειτουργία δεν είναι μόνο μια παράδοση, είναι μια πράξη πίστης.
Muchos creen que ir a misa les trae buena suerte.
Πολλοί πιστεύουν ότι το να πηγαίνουν στη λειτουργία τους φέρνει καλή τύχη.
Desde que empezó la pandemia, ir a misa ha sido más complicado.
Από τότε που ξεκίνησε η πανδημία, το να πηγαίνεις στη λειτουργία έχει γίνει πιο δύσκολο.
No olvides que ir a misa es parte de nuestra cultura.
Ο όρος "ir" σημαίνει "να πηγαίνω" και "misa" προέρχεται από την λατινική λέξη "missa", που χρησιμοποιείτο για να αναφέρεται στη θεία λειτουργία. Η συνδυασμένη φράση προέρχεται από τις θρησκευτικές παραδόσεις των Καθολικών.
Συνώνυμα: - asistir a misa (παρακολουθώ τη λειτουργία)
Αντώνυμα: - no ir a misa (να μην πηγαίνω στη λειτουργία)