Η λέξη "irracional" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: [i.raθioˈnal]
Η λέξη "irracional" αναφέρεται σε κάτι που είναι λογικά ασύμβατο ή δεν έχει βάση στη λογική. Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται για να περιγράψει συμπεριφορές, αποφάσεις ή αντιλήψεις που δεν είναι λογικές ή που βασίζονται σε συναισθήματα και όχι σε λογική σκέψη. Η χρήση της λέξης "irracional" μπορεί να παρατηρηθεί πιο συχνά σε μορφές γραπτού λόγου, όπως σε επιστημονικά κείμενα ή φιλοσοφικές αναλύσεις, αν και μπορεί να χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο.
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά και φιλοσοφικά κείμενα, αλλά και σε καθημερινές συζητήσεις όταν αναφέρεται σε συμπεριφορές ή απόψεις που δεν δικαιολογούνται από λογικά επιχειρήματα.
"Η αντίδρασή του ήταν παράλογη και δεν μπορεί να δικαιολογηθεί."
"Tomar decisiones irracionales puede llevar a consecuencias negativas."
Η λέξη "irracional" δεν είναι κοινά συνδεδεμένη με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες περιστάσεις για να περιγράψει μιας μορφής απερισκεψία ή λανθασμένες επιλογές.
"Να ενεργείς με παράλογο τρόπο δεν είναι σοφό."
"A veces, las decisiones irracionales son las más emocionantes."
"Μερικές φορές, οι παράλογες αποφάσεις είναι οι πιο συναρπαστικές."
"La irracionalidad puede ser una señal de una crisis emocional."
"Η παράλογη συμπεριφορά μπορεί να είναι σημάδι συναισθηματικής κρίσης."
"No dejemos que la irracionalidad gobierne nuestras acciones."
Η λέξη "irracional" προέρχεται από το λατινικό "irrationalis", που συνίσταται από το πρόθεμα "in-" που σημαίνει "όχι" και "rationalis", που σχετίζεται με τη λογική.