italiano - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

italiano (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"italiano" είναι ένα επίθετο, αλλά μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό για να αναφερθεί η ιταλική γλώσσα ή οι Ιταλοί.

Φωνητική μεταγραφή

/itaˈljano/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "italiano" αναφέρεται σε οτιδήποτε σχετίζεται με την Ιταλία ή τους Ιταλούς ανθρώπους. Χρησιμοποιείται πολύ συχνά στο καθημερινό λόγο, τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό πλαίσιο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Él es italiano y vive en Roma.
  2. Αυτός είναι Ιταλός και ζει στη Ρώμη.

  3. Me encanta la comida italiana.

  4. Μου αρέσει η ιταλική κουζίνα.

  5. Estudié italiano en la universidad.

  6. Έμαθα ιταλικά στο πανεπιστήμιο.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "italiano" χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Εδώ είναι μερικές παραδείγματα:

  1. Habla italiano como un nativo.
  2. Μιλάει ιταλικά σαν ντόπιος.

  3. El vino italiano es muy apreciado.

  4. Το ιταλικό κρασί εκτιμάται πολύ.

  5. La moda italiana es reconocida en todo el mundo.

  6. Η ιταλική μόδα είναι αναγνωρίσιμη σε όλο τον κόσμο.

  7. Visitamos Italia para aprender sobre la cultura italiana.

  8. Επισκεφθήκαμε την Ιταλία για να μάθουμε για τον ιταλικό πολιτισμό.

  9. Quiero disfrutar de un café italiano en esta cafetería.

  10. Θέλω να απολαύσω έναν ιταλικό καφέ σε αυτή την καφετέρια.

  11. Los automóviles italianos son muy elegantes.

  12. Τα ιταλικά αυτοκίνητα είναι πολύ κομψά.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "italiano" προέρχεται από τη λατινική λέξη "Italicus", που σημαίνει "σχετικός με την Ιταλία".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Itálico (ή) - Romano

Αντώνυμα: - Extranjero (ξένος)

Αυτή η ανάλυση παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "italiano" στα Ισπανικά, εστιάζοντας στις διαπολιτισμικές και γλωσσικές προεκτάσεις της.



23-07-2024