Το "izar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /i'θar/ (ισπανική προφορά), /i'zar/ (σπανιότερα στην Ισπανία).
Η λέξη "izar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του ανεβάσματος ή ύψωσης, όπως π.χ. μιας σημαίας, ενός ιστιοφόρου ή άλλων αντικειμένων. Είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη και στους τομείς όπως η ναυτιλία, όπου αναφέρεται στην ανύψωση των ιστίων σε πλοία. Ο όρος χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στο γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί μεγαλύτερη χρήση σε τεχνικά ή ναυτικά κείμενα.
Hoy vamos a izar la bandera en la plaza.
Σήμερα θα υψώσουμε τη σημαία στην πλατεία.
Es importante izar el mástil correctamente.
Είναι σημαντικό να υψώσουμε σωστά τον καταρράκτη.
Los marineros deben aprender a izar las velas.
Οι ναυτές πρέπει να μάθουν να υψώνουν τα πανιά.
Izar la bandera a media asta.
Υψώνω τη σημαία στη μέση του ιστού.
(Σημαίνει ότι η σημαία υψώνεται σε θέση πένθους.)
Izar los espiritus.
Υψώνω τα πνεύματα.
(Σημαίνει να ανεβάσεις την διάθεση ή τον ενθουσιασμό κάποιου.)
No hay que izar las expectativas demasiado altas.
Δεν πρέπει να υψώνουμε τις προσδοκίες πολύ ψηλά.
(Σημαίνει να μην θέτουμε υπερβολικές ή μη ρεαλιστικές προσδοκίες.)
Izar el vuelo.
Υψώνομαι για πτήση.
(Σημαίνει να ξεκινήσεις μια νέα περιπέτεια ή εγχείρημα.)
Izar todas las velas.
Υψώνω όλα τα πανιά.
(Σημαίνει ότι προετοιμάζεσαι πλήρως για μια δράση ή επιτυχία.)
Η λέξη "izar" προέρχεται από το λατινικό "exserere", που σημαίνει "να υψώνω" ή "να επεκτείνω". Η ρίζα αυτής της λέξης έχει διατηρηθεί στα Ισπανικά με την προσθήκη του προθέματος.
Συνώνυμα: - Aumentar (αυξάνω) - Elevar (υψώνω)
Αντώνυμα: - Bajar (κατεβαίνω) - Dejar caer (αφήνω να πέσει)