Jaque είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή: /ˈxake/
Η λέξη jaque χρησιμοποιείται κυρίως στον χώρο του σκακιού για να δηλώσει ότι ο βασιλιάς ενός παίκτη είναι υπό απειλή και πρέπει να προστατευτεί. Όμως, έχει επίσης μια κοινή χρήση στο καθημερινό λεξιλόγιο ως "πειρασμός" ή "παγίδα" και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε άλλες καταστάσεις για να υποδηλώσει ότι κάποιος βρίσκεται σε δύσκολη θέση.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι υψηλή στο σκακιστικό πλαίσιο, αλλά και στη γενική ομιλία, με κάπως μεγαλύτερη χρήση στον προφορικό λόγο.
Él dijo "jaque" cuando su rey estaba en peligro.
Μετάφραση: Αυτός είπε "σε ροχό" όταν ο βασιλιάς του ήταν σε κίνδυνο.
Nada más que un pequeño jaque en nuestras vidas.
Μετάφραση: Μόνο μια μικρή παγίδα στη ζωή μας.
En la partida de ajedrez, después de varias jugadas, llegó el jaque mate.
Μετάφραση: Στο παιχνίδι σκακιού, μετά από πολλές κινήσεις, ήρθε το ματ.
Η λέξη jaque χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.
Poner en jaque
Εκφράζει να βάλεις κάποιον σε δύσκολη θέση.
Πρόταση: La crisis económica ha puesto en jaque a muchas familias.
Μετάφραση: Η οικονομική κρίση έχει βάλει σε δύσκολη θέση πολλές οικογένειες.
Jaque mate
Είναι η αποδοχή ή το τέλος μιας κατάστασης, όπως στο σκάκι.
Πρόταση: Al final de la discusión, él dio el jaque mate con su argumento.
Μετάφραση: Στο τέλος της συζήτησης, αυτός έδωσε το ματ με το επιχείρημά του.
Estar en jaque
Σημαίνει ότι κάποιος βρίσκεται σε κίνδυνο ή υπό πίεση.
Πρόταση: Después del escándalo, su carrera estuvo en jaque.
Μετάφραση: Μετά το σκάνδαλο, η καριέρα του ήταν υπό κίνδυνο.
Η λέξη jaque προέρχεται από την παλαιά γαλλική λέξη "échec," που σημαίνει "ήττα" ή "παγίδα." Μέσω της αραβικής λέξης "šāh," που σημαίνει "βασιλιάς," έχει περάσει στην ισπανική γλώσσα.
Συνώνυμα: απειλή, κίνδυνος, πίεση.
Αντώνυμα: ασφάλεια, ελευθερία, ενεργητικότητα.
Η λέξη jaque είναι πολύ χρήσιμη και έχει διάφορες εφαρμογές στη γλώσσα, τόσο σε επίσημα όσο και σε ανεπίσημα συμφραζόμενα.