jubilado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

jubilado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Jubilado είναι ουσιαστικό, που χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει ένα άτομο που έχει αποσυρθεί από την ενεργό εργασία, συνήθως λόγω ηλικίας ή υπηρεσίας.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή του "jubilado": [xuβiˈlaðo]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "jubilado" αναφέρεται σε άτομα που έχουν φτάσει στην ηλικία που δικαιούνται σύνταξη ή έχουν αποσυρθεί από την εργασία τους. Χρησιμοποιείται ευρέως στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης και των εργατικών δικαιωμάτων.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή, κυρίως σε επίσημα συμφραζόμενα (γραφείων, συντάξεων). Χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

Ιδωτικές εκφράσεις

Η λέξη "jubilado" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την ηλικία και την απόσυρση από την εργασία:

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "jubilado" προέρχεται από το λατινικό "jubilatus", που σημαίνει "πανηγυρισμένος" ή "θριαμβευμένος", και σχετίζεται με την έννοια του να είναι κάποιος ελεύθερος από το εργασιακό άχθος.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Pensionista (συνταξιούχος) - Retirado (αποσυρμένος)

Αντώνυμα: - Trabajador (εργαζόμενος) - Activo (ενεργός)

Η λέξη "jubilado" κατέχει κεντρική θέση στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής και της οικονομίας, καθώς η γήρανση του πληθυσμού και οι συνταξιοδοτικές πολιτικές είναι κρίσιμα θέματα στις σύγχρονες κοινωνίες.



22-07-2024