juez - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

juez (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "juez" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "juez" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: [xweθ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "juez" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "δικαστής".

Σημασία και χρήση

Η λέξη "juez" αναφέρεται σε ένα άτομο που έχει τη δικαιοδοσία να κρίνει και να αποφασίζει σε νομικές υποθέσεις. Στο ισπανικό νομικό σύστημα, οι δικαστές είναι υπεύθυνοι για την εκδίκαση υποθέσεων και την εφαρμογή του νόμου. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι υψηλή, καθώς είναι μια κεντρική έννοια στους νομικούς και δικαστικούς τομείς, χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό κείμενο αλλά και στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El juez tomó una decisión rápida.
  2. Ο δικαστής πήρε μια γρήγορη απόφαση.

  3. El juez escuchará el caso mañana.

  4. Ο δικαστής θα ακούσει την υπόθεση αύριο.

  5. Es importante que el juez sea imparcial.

  6. Είναι σημαντικό ο δικαστής να είναι αμερόληπτος.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "juez" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στη ισπανική γλώσσα. Οι πιο κοινές περιλαμβάνουν:

  1. El juez de la historia.
  2. Ο δικαστής της ιστορίας.
  3. Αναφέρεται σε κάποιον που κρίνει ή αξιολογεί γεγονότα ή πρόσωπα από την προοπτική του χρόνου.

  4. Juez y parte.

  5. Δικαστής και μέρος.
  6. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που έχει συμφέρον σε μια υπόθεση, επομένως δεν μπορεί να είναι αμερόληπτος.

  7. El juicio del juez.

  8. Η κρίση του δικαστή.
  9. Αναφέρεται στη διαδικασία ή στις αποφάσεις που παίρνουν οι δικαστές κατά την εκδίκαση υποθέσεων.

  10. Ser el juez del juego.

  11. Να είσαι ο δικαστής του παιχνιδιού.
  12. Χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει κάποιον που έχει τον έλεγχο ή τη δυνατότητα να αποφασίσει για τις εξελίξεις σε μια κατάσταση.

  13. Dejar en manos del juez.

  14. Να αφήσεις στα χέρια του δικαστή.
  15. Σημαίνει να αναθέσεις την απόφαση σε κάποιον άλλο, συνήθως σε δικαστή ή εξουσία.

Ετυμολογία

Η λέξη "juez" προέρχεται από τη λατινική λέξη "judex", που προέρχεται από το ρήμα "iudicare", που σημαίνει "να κρίνω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Magistrado (μάγιστρος) - Jueza (γυναίκα δικαστής)

Αντώνυμα: - Litigante (διάδικος) - Acusador (κατήγορος)

Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για τη λέξη "juez" στον τομέα του δικαίου στην Ισπανία.



22-07-2024