Το "jugarla" είναι ρήμα.
/χuɣaɾˈla/
"Jugarla" είναι η ρηματική μορφή του ρήματος "jugar" (παίζω) με τον άμεσο αντικείμενο "la", το οποίο σημαίνει "την/το" στα Ισπανικά. Συνήθως αναφέρεται στο να παίζεις κάτι ή να συμμετέχεις σε ένα παιχνίδι ή δραστηριότητα, που περιλαμβάνει έναν θηλυκό όρο. Η χρήση είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
"Αυτή θέλει να την παίξει στο επόμενο τουρνουά."
"Si quieres, puedo enseñarte a jugarla."
"Αν θέλεις, μπορώ να σε διδάξω να την παίξεις."
"No sé si estoy listo para jugarla."
Η λέξη "jugarla" μπορεί να εμφανιστεί σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:
Σημαίνει να αναλάβεις ρίσκα ή να κάνεις κάτι τολμηρό.
"No hay que jugarla si no estás seguro."
Σημαίνει ότι πρέπει να είσαι προσεκτικός πριν αναλάβεις δράση.
"Jugarla de manera estratégica."
Σημαίνει να ενεργείς με σχέδιο και μεθοδικότητα.
"Si no sabes jugarla, mejor que te quedes al margen."
Η λέξη "jugar" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "jucare", που σημαίνει "παίζω". Στον Ισπανικό λόγο, η προσθήκη των αντωνυμικών "la" μετατρέπει την έννοια για να αναφερθεί σε συγκεκριμένο αντικείμενο ή θέμα.
Συνώνυμα: - jugar (παίζω)
Αντώνυμα: - dejar (αφήνω, σταματώ) - evitar (αποφεύγω)
Αυτές οι πληροφορίες δίνουν μια ολοκληρωμένη εικόνα για το "jugarla" μέσα στη γλώσσα Ισπανικά.