Το "jugarse" είναι ρήμα στην ισπανική γλώσσα.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): [xuˈɣaɾse]
Η λέξη "jugarse" σημαίνει να ρισκάρεις κάτι, συχνά σε ένα πλαίσιο που περιλαμβάνει στοιχήματα ή άλλες μορφές διακινδύνευσης. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιγράμματα που αφορούν παιχνίδια, στοιχήματα ή καταστάσεις της ζωής που περιλαμβάνουν ρίσκο. Είναι πιο συχνά χρήση στη spoken μορφή της γλώσσας, αλλά μπορεί επίσης να βρεθεί σε γραπτές αναφορές.
Me voy a jugar mi último billete en la máquina.
(Θα ρισκάρω το τελευταίο μου χαρτονόμισμα στην μηχανή.)
No deberías jugarte toda tu suerte en un solo tiro.
(Δεν θα έπρεπε να ρισκάρεις όλη σου την τύχη σε μία μόνο προσπάθεια.)
A veces hay que arriesgarse para obtener grandes recompensas.
(Κάποιες φορές πρέπει να ρισκάρεις για να αποκτήσεις μεγάλες ανταμοιβές.)
Η λέξη "jugarse" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις:
Σημαίνει να διακινδυνεύσεις τα πάντα σε μία απόφαση ή κατάσταση.
Jugarse la vida.
(Ρισκάρεις τη ζωή σου.)
Χρησιμοποιείται όταν κάποιος διακινδυνεύει σοβαρά την ασφάλειά του ή τη ζωή του.
Jugarse una carta.
(Ρισκάρεις μία κάρτα.)
Μπορεί να χρησιμοποιείται στον κόσμο των παιχνιδιών καρτών, αλλά και μεταφορικά για να δηλώσει ότι παίρνεις μία ριψοκίνδυνη απόφαση.
Jugarse la última carta.
(Ρισκάρω την τελευταία μου κάρτα.)
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος χρησιμοποιεί την τελευταία του ευκαιρία.
Jugarse un as en la manga.
(Ρισκάρω έναν άσσο στο μανίκι μου.)
Η λέξη "jugarse" προέρχεται από το ρήμα "jugar," που σημαίνει "παίζω." Η μορφή "jugarse" δίνει έμφαση στην έννοια του ρίσκου ή της προσωπικής συμμετοχής στο παιχνίδι ή στην κατάσταση.