Το "juicioso" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: /xwiˈsjo.so/
Η λέξη "juicioso" στα Ισπανικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι λογικός, σοβαρός ή που ενεργεί με σύνεση. Η χρήση της είναι ουσιαστικά πιο διαδεδομένη στο γραπτό πλαίσιο, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε προφορικό λόγο. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει τη συμπεριφορά των ανθρώπων σε διάφορες καταστάσεις, ιδίως σε νομικά ή επίσημα κείμενα.
Είναι ένας σοβαρός άντρας που πάντα παίρνει σωστές αποφάσεις.
La jueza considera que el acusado es juicioso y merece otra oportunidad.
Η δικαστής θεωρεί ότι ο κατηγορούμενος είναι συνετός και αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία.
Es juicioso llevar un presupuesto para no gastar de más.
Η λέξη "juicioso" χρησιμοποιείται σπάνια σε συγκεκριμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε γενικές φράσεις που ενσωματώνουν την έννοιά της. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
Να ενεργείς με σύνεση.
Ser juicioso en la vida.
Να είσαι συνετός στη ζωή.
Tomar decisiones juiciosas es fundamental para el éxito.
Η λογική λήψη αποφάσεων είναι θεμελιώδης για την επιτυχία.
Un consejo juicioso puede cambiar tu rumbo.
Η λέξη "juicioso" προέρχεται από το "juicio," που σημαίνει "κρίση" ή "γνωμοδότηση," και συνδέεται με την ιδέα του να έχει κανείς προσοχή και λογική σκέψη στις αποφάσεις του.