juro - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

juro (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "juro" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈxu.ɾo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "juro" προέρχεται από το ρήμα "jurar", το οποίο σημαίνει “ορκίζομαι” ή “να ορκιστώ”. Χρησιμοποιείται συχνά σε πλαίσια όπου οι άνθρωποι κάνουν μια υπόσχεση, είτε σε νομικά πλαίσια είτε σε καταστάσεις που απαιτούν δέσμευση ή αλήθεια.

Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται αρκετά στο γραπτό λόγο, όπως σε νομικά κείμενα ή επίσημες διακηρύξεις, καθώς και στον προφορικό λόγο, ειδικά σε στιγμές όπου απαιτείται εγκυρότητα σε μια δήλωση.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "Yo juro que diré la verdad."
  2. "Ορκίζομαι ότι θα πω την αλήθεια."

  3. "Ella juro lealtad al país."

  4. "Αυτή ορκίστηκε πίστη στη χώρα."

  5. "Nosotros juramos cumplir con nuestras promesas."

  6. "Εμείς ορκιστήκαμε να τηρήσουμε τις υποσχέσεις μας."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "juro" καταλαβαίνει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "juro" προέρχεται από το λατινικό "jurare", που σημαίνει "ορκίζομαι".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Prometo (υποσχένομαι) - Aseguro (διαβεβαιώνω)

Αντώνυμα: - Deshonrar (ξεφτιλίζω) - Mentir (να ψεύδομαι)



23-07-2024