Juventud είναι ουσιαστικό.
IPA: /xuβenˈtud/
Η λέξη juventud αναφέρεται στην περίοδο της ζωής ενός ατόμου που είναι νέος, δηλαδή στην εφηβεία και την αρχή της ενηλικίωσης. Χρησιμοποιείται σε ποικίλους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών και ιατρικών συζητήσεων, όταν αναφερόμαστε σε θέματα που αφορούν νεαρά άτομα, όπως η υγεία, η ψυχολογία και η εκπαίδευση. Στο Ισπανικά, η χρήση της είναι συχνά πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, όπως άρθρα και βιβλία, αλλά χρησιμοποιείται επίσης στον προφορικό λόγο.
Η νεολαία είναι μία περίοδος γεμάτη ευκαιρίες και προκλήσεις.
Los problemas de salud mental son comunes en la juventud.
Τα προβλήματα ψυχικής υγείας είναι κοινά στη νεολαία.
Es importante que la juventud se forme adecuadamente.
Η λέξη juventud εμφανίζεται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν:
Νεολαία, πολύτιμος θησαυρός. (Είναι μια φράση που αναφέρεται στην αξία και την ομορφιά της νεότητας.)
Pérdida de juventud.
Απώλεια της νεολαίας. (Αναφέρεται στη διαδικασία γήρανσης ή στην απώλεια της ζωτικότητας.)
La juventud está a la vanguardia del cambio social.
Η νεολαία είναι στην πρωτοπορία της κοινωνικής αλλαγής. (Δείχνει το ρόλο της νεολαίας στις κοινωνικές εξελίξεις.)
Juventud rebelde.
Επαναστάτη νεολαία. (Αναφέρεται σε νέους που αμφισβητούν τις παραδοσιακές αξίες ή κανόνες.)
Retorno a la juventud.
Η λέξη juventud προέρχεται από το λατινικό "iuventus", που σημαίνει "νέα ηλικία, νιάτα".
Συνώνυμα: - Adolescencia (εφηβεία) - Novedad (νέα κατάσταση)
Αντώνυμα: - Vejez (γήρας) - Madurez (ωριμότητα)