kit - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

kit (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "kit" στα ισπανικά είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "kit" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /kit/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η μετάφραση της λέξης "kit" στα ελληνικά είναι "κιτ".

Σημασία της λέξης

Η λέξη "kit" αναφέρεται σε ένα σύνολο εργαλείων, υλικών ή προϊόντων που μαζεύονται μαζί για έναν συγκεκριμένο σκοπό. Χρησιμοποιείται συχνά σε τομείς όπως κατασκευές, τεχνολογία, ιατρική και χόμπι. Το "kit" μπορεί να αναφέρεται τόσο σε φυσικά αντικείμενα όσο και σε σύνολα οδηγιών ή λογισμικού.

Στη γλώσσα των Ισπανών, η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή, ιδίως σε γραπτά κείμενα, αλλά επίσης και στον προφορικό λόγο όταν αναφερόμαστε σε σύνολα που περιλαμβάνουν διάφορα εργαλεία ή υλικά.

Παράδειγμα προτάσεων

  1. "Compré un kit de herramientas para arreglar la casa."
    "Αγόρασα ένα κιτ εργαλείων για να διορθώσω το σπίτι."

  2. "El kit de primeros auxilios está en el coche."
    "Το κιτ πρώτων βοηθειών είναι στο αυτοκίνητο."

  3. "Necesito un kit de maquillaje para la fiesta."
    "Χρειάζομαι ένα κιτ μακιγιάζ για το πάρτι."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "kit" χρησιμοποιείται σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις ή φράσεις που σχετίζονται με σετ εργαλείων ή υλικών.

  1. "Kit de emergencia"
    "Οι περισσότεροι έχουν ένα κιτ έκτακτης ανάγκης στο σπίτι τους."
    "Most people have an emergency kit at home."

  2. "Kit de limpieza"
    "Asegúrate de tener un kit de limpieza antes de comenzar."
    "Βεβαιώσου ότι έχεις ένα κιτ καθαρισμού πριν αρχίσεις."

  3. "Kit de inicio para principiantes"
    "Este kit de inicio es perfecto para quienes recién comienzan."
    "Αυτό το κιτ εκκίνησης είναι τέλειο για εκείνους που μόλις ξεκινούν."

  4. "Kit de costura"
    "El kit de costura me ayudó a reparar mi ropa."
    "Το κιτ ραπτικής με βοήθησε να διορθώσω τα ρούχα μου."

  5. "Kit de jardinería"
    "Compré un kit de jardinería para cultivar mis propias plantas."
    "Αγόρασα ένα κιτ κηπουρικής για να καλλιεργήσω τα δικά μου φυτά."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "kit" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα, όπου αρχικά αναφερόταν σε ένα σύνολο εργαλείων ή υλικών, και έχει υιοθετηθεί και στα ισπανικά χωρίς σημαντική αλλαγή στην έννοια.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Conjunto (σύνολο)
- Juego (παίγνιο/σετ)
- Paquete (πακέτο)

Αντώνυμα:
- Desperdiciado (σπαταλημένο)
- Individual (ατομικό)



23-07-2024