Το "labriego" είναι ουσιαστικό.
/laˈβɾieɣo/
Το "labriego" αναφέρεται σε ένα άτομο που εργάζεται στη γη, κυρίως στη γεωργία. Χρησιμοποιείται συνήθως για να περιγράψει τον αγρότη ή τον γεωργό που ασχολείται με τη σπορά και τη συγκομιδή καλλιεργειών. Είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται και στο προφορικό και στο γραπτό λόγο, αλλά τείνει να εμφανίζεται πιο συχνά σε εκπαιδευτικά και γεωργικά κείμενα.
El labriego trabaja todo el día en el campo.
(Ο αγρότης δουλεύει όλη μέρα στο χωράφι.)
Los labriegos de la región producen los mejores cultivos.
(Οι γεωργοί της περιοχής παράγουν τις καλύτερες καλλιέργειες.)
El labriego sabe cómo cuidar sus tierras.
(Ο αγρότης ξέρει πώς να φροντίζει τις γής του.)
Στη γλώσσα Ισπανικά, το "labriego" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες εκφράσεις που μπορεί να σχετιστούν με τη ζωή και την εργασία των αγροτών.
De labriego a propietario
(Από αγρότη σε ιδιοκτήτη)
Αναφέρεται στην πρόοδο ενός ατόμου ή μιας οικογένειας από το να είναι αγρότες σε το να γίνουν ιδιοκτήτες γης.
Labriego en la tierra, sabio en la vida
(Αγρότης στη γη, σοφός στη ζωή)
Αυτό εκφράζει ότι οι άνθρωποι που εργάζονται στη γη συχνά αποκτούν σοφία και ευφυΐα μέσω των εμπειριών τους με τη φύση.
El labriego y la lluvia son amigos
(Ο αγρότης και η βροχή είναι φίλοι)
Δείχνει την εξάρτηση του αγρότη από τις καιρικές συνθήκες για καλή συγκομιδή.
Η λέξη "labriego" προέρχεται από το λατινικό "labrius", που σχετίζεται με το “labor” (εργασία), υποδηλώνοντας την εργασία στη γη ή τον αγροτικό τρόπο ζωής.
Αυτή είναι η πληροφορία για τη λέξη "labriego". Εάν χρειάζεστε περισσότερες λεπτομέρειες ή επεξηγήσεις, παρακαλώ ενημερώστε με!