Το "ladear" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή: /laˈðeaɾ/
Το "ladear" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κίνηση ενός αντικειμένου ή ενός σώματος που μετακινείται από τη μία πλευρά στην άλλη, γέρνει ή στρίβει, συχνά σχετιζόμενο με την αλλαγή κατεύθυνσης. Στη γλώσσα τα Ισπανικά, χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς όπως η οδήγηση, η αρχιτεκτονική και η καθημερινή ζωή.
Η συχνότητα χρήσης του "ladear" είναι αρκετά καλή, και χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να βρεθεί και σε γραπτά κείμενα.
Το πλοίο άρχισε να γέρνει λόγω των κυμάτων.
Tienes que ladear el coche para entrar en el garaje.
Πρέπει να γέρνεις το αυτοκίνητο για να μπεις στο γκαράζ.
Ella ladeará la silla para que todos puedan ver la pantalla.
Το "ladear" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε άμεσες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε παραλλαγές που σχετίζονται με την κινητικότητα ή την κατεύθυνση. Ακολουθούν μερικές παραδειγματικές προτάσεις:
Αν θέλεις να αποφύγεις την κίνηση, πρέπει να γέρνεις τη διαδρομή σου.
Cuando conduces, es importante ladear el volante con suavidad.
Όταν οδηγείς, είναι σημαντικό να στρίβεις το τιμόνι απαλά.
Ladear el enfoque hacia la solución puede ser útil.
Το να γέρνεις την προσέγγιση προς τη λύση μπορεί να είναι χρήσιμο.
A veces es necesario ladear las opiniones para llegar a un acuerdo.
Η λέξη "ladear" προέρχεται από το ουσιαστικό "lado," που σημαίνει "πλευρά," και το κατάλληλο -ear, το οποίο σημαίνει "κάποια κίνηση προς." Επομένως, η σημασία της "κηδεμονίας" ή "κήρυξης" της κίνησης προς μια πλευρά ή κατεύθυνση.
Συνώνυμα: - inclinar - torcer - girar
Αντώνυμα: - enderezar (να ισιώνω) - erguir (να υψώνω)