Το "lado" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /ˈla.ðo/
Η λέξη "lado" στα Ισπανικά σημαίνει "πλευρά" ή "μεριά". Χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε μία πλευρά ενός αντικειμένου ή σε μία θέση σε σχέση με κάτι άλλο. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Το σπίτι έχει μια σκοτεινή πλευρά.
Estaba de pie al lado de la ventana.
Η λέξη "lado" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν παραδείγματα:
Συχνά αναφέρεται στην υποστήριξη ή την αλληλεγγύη.
Al lado de la verdad.
Χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε σε καταστάσεις που πλησιάζουν ή σχετίζονται με την αλήθεια.
Mirar por el lado positivo.
Η λέξη "lado" προέρχεται από το λατινικό "latus", που σημαίνει "πλατύς" ή "πλευρά".
Η λέξη "lado" είναι κοινή και παίζει σημαντικό ρόλο στον καθημερινό λόγο και στις επικοινωνίες στα Ισπανικά.