laico - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

laico (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Laico είναι επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /ˈlaiko/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη laico αναφέρεται σε κάτι που είναι ανεξάρτητο από θρησκευτικές δοξασίες ή επιρροές. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την κοσμικότητα στη δημόσια ζωή και σε θεσμούς, καθώς και για την εκπαίδευση που δεν επηρεάζεται από θρησκευτικές αρχές. Η χρήση της λέξης είναι αρκετά συχνή στα γραπτά και προφορικά κείμενα, συνδέεται συνήθως με τη διάκριση μεταξύ θρησκευτικών και κοσμικών ζητημάτων.

Πρότυπες προτάσεις

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη laico χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως σε σχέση με τη διάκριση της θρησκείας από τον δημόσιο βίο.

Ετυμολογία

Η λέξη laico προέρχεται από το ελληνικό "λαϊκός" (laïkós), το οποίο αναφέρεται σε αυτό που σχετίζεται με τον λαό. Στα Λατινικά, η λέξη όπου προέρχεται είναι "laicus".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - κοσμικός - λαϊκός

Αντώνυμα: - θρησκευτικός - εκκλησιαστικός

Με αυτές τις πληροφορίες ελπίζω να καλύφθηκαν όλες οι ανάγκες σας σχετικά με τη λέξη «laico».



23-07-2024