Η λέξη "lamentable" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "lamentable" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι /la.menˈta.βle/.
Η λέξη "lamentable" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που προκαλεί λύπη, θλίψη ή ανησυχία. Συχνά αναφέρεται σε καταστάσεις, γεγονότα ή συμπεριφορές που θεωρούνται απαράδεκτες ή στενάχωρες. Η χρήση της είναι κοινή τόσο στον γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί μεγαλύτερη συχνότητα σε πιο επίσημα ή λογοτεχνικά κείμενα.
Es lamentable que no haya ayuda para los afectados.
(Είναι λυπηρό που δεν υπάρχει βοήθεια για τους επηρεαζόμενους.)
La situación en el país es lamentable y necesita atención.
(Η κατάσταση στη χώρα είναι θλιβερή και χρειάζεται προσοχή.)
Es lamentable ver cómo se desperdicia tanta comida.
(Είναι απαράδεκτο να βλέπεις πώς σπαταλιέται τόσο φαγητό.)
Η λέξη "lamentable" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει προτάσεις που εκφράζουν βαθύτερα συναισθήματα. Παρ' όλα αυτά, ακολουθούν μερικές εκφράσεις:
Es una situación lamentable.
(Είναι μια θλιβερή κατάσταση.)
Un hecho lamentable ocurrió ayer.
(Ένα λυπηρό γεγονός συνέβη χθες.)
Las circunstancias son lamentables.
(Οι περιστάσεις είναι απαράδεκτες.)
No hay nada más lamentable que la indiferencia.
(Δεν υπάρχει τίποτα πιο λυπηρό από την αδιαφορία.)
Es lamentable que la cultura se pierda.
(Είναι λυπηρό που η κουλτούρα χάνεται.)
Un desenlace lamentable fue inevitable.
(Ένα λυπηρό τέλος ήταν αναπόφευκτο.)
Η λέξη "lamentable" προέρχεται από το λατινικό "lamentabilis", που σημαίνει "αξιολύπητος" ή "αξιοκαταπόνητος". Το "lamentar" στην ισπανική γλώσσα προέρχεται επίσης από την ίδια ρίζα, σημαίνοντας "να λυπάσαι" ή "να κλαις".
Συνώνυμα: - triste - deplorable - desafortunado
Αντώνυμα: - alegre - afortunado - satisfactorio