Η λέξη "lamento" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "lamento" είναι: [laˈmento].
Η λέξη "lamento" χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε έκφραση λύπης ή στενοχώριας, συχνά μέσω κλάματος ή θρήνου. Στη γλώσσα των ισπανικών, χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη συχνότητα στις λογοτεχνικές ή ποιητικές εκφράσεις.
El lamento de la madre fue desgarrador.
(Ο θρήνος της μητέρας ήταν συγκλονιστικός.)
Escuché un lamento en la noche.
(Άκουσα ένα κλάμα τη νύχτα.)
Su lamento por la pérdida fue evidente.
(Η μετάνοιά του για την απώλεια ήταν προφανής.)
Η λέξη "lamento" εμφανίζεται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά.
Lamento decir que no puedo ayudarte.
(Λυπάμαι που πρέπει να πω ότι δεν μπορώ να σε βοηθήσω.)
En mi lamento encuentro la fuerza para seguir adelante.
(Στον θρήνο μου βρίσκω τη δύναμη να προχωρήσω μπροστά.)
Tu lamento es un reflejo de tu alma.
(Ο θρήνος σου είναι αντανάκλαση της ψυχής σου.)
Lamento que no viniste a la fiesta.
(Λυπάμαι που δεν ήρθες στη γιορτή.)
Η λέξη "lamento" προέρχεται από το λατινικό "lamentum", που σημαίνει θρήνος ή κλάμα.
Συνώνυμα: - queja (παράπονο) - llanto (κλάμα)
Αντώνυμα: - alegría (χαρά) - satisfacción (ικανοποίηση)