Lanzador: Ουσιαστικό
[lanˈθadoɾ] (στην ισπανική προφορά της Ισπανίας)
[lanˈsadoɾ] (στην ισπανική προφορά της Λατινικής Αμερικής)
Η λέξη lanzador αναφέρεται σε ένα αντικείμενο ή εργαλείο που χρησιμοποιείται για την εκτόξευση κάτι, όπως πυραύλους ή βλήματα. Στα πλαίσια της ροκετικής, ο όρος χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει την πλατφόρμα ή το μηχανισμό από τον οποίο εκτοξεύονται οι πύραυλοι ή τα διαστημόπλοια. Στη γενική του χρήση, μπορεί επίσης να αναφέρεται σε αθλητικά εργαλεία, όπως τα βελάκια ή τα όργανα για ρίψη.
Η λέξη χρησιμοποιείται συχνά και στις δύο μορφές λόγου, αλλά πιο συχνά στις γραπτές μορφές, ειδικά όταν αναφέρεται σε τεχνικούς όρους ή στρατιωτικά θέματα.
El lanzador de cohetes fue un gran éxito en la misión espacial.
(Ο εκτοξευτής πυραύλων ήταν μεγάλη επιτυχία στην διαστημική αποστολή.)
El lanzador utiliza tecnología avanzada para mejorar la precisión.
(Ο εκτοξευτής χρησιμοποιεί προηγμένη τεχνολογία για να βελτιώσει την ακρίβεια.)
Η λέξη lanzador δεν είναι τόσο κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συγκεκριμένες φράσεις που σχετίζονται με την εκτόξευση ή την εκπαίδευση. Ακολουθούν μερικές παραδείγματα:
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που προτείνει πολλές καινοτόμες ιδέες.
El lanzador de la verdad.
(Ο εκτοξευτής της αλήθειας.)
Η λέξη lanzador προέρχεται από το ρήμα "lanzar", που σημαίνει "να εκτοξεύω" ή "να ρίχνω". Το επίθημα "-dor" δείχνει ότι η λέξη αναφέρεται σε κάποιον ή κάτι που εκτελεί την πράξη του ρηματικού βάθους.
Συνώνυμα: - Proyector (projector) - Catapulta (catapult, στην κατασκευή)
Αντώνυμα: - Recogedor (collector) - Retirador (withdrawer)
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια πλήρη εικόνα για το lanzador, τις χρησιμοποιήσεις του και τη σημασία του στη γλώσσα των Ισπανικών.