largar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

largar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "largar" είναι ρήμα στην ισπανική γλώσσα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /laɾˈɡaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "largar" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα με την έννοια της αποδέσμευσης ή της απελευθέρωσης κάτι ή κάποιου. Χρησιμοποιείται συχνά σε καθημερινές (προφορικές) συζητήσεις, αλλά μπορεί επίσης να εμφανιστεί σε γραπτό λόγο. Η συχνότητα χρήσης είναι αρκετά υψηλή κυρίως στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Voy a largar este proyecto porque no me interesa más.
    (Θα παρατήσω αυτό το έργο γιατί δεν με ενδιαφέρει πια.)

  2. Decidió largar a su pareja por sus constantes discusiones.
    (Αποφάσισε να αφήσει τον σύντροφό του λόγω των συνεχών καβγάδων.)

  3. Es mejor largar ese hábito malo antes que te perjudique.
    (Είναι καλύτερο να αποδεσμευτείς από αυτή τη κακή συνήθεια πριν σε βλάψει.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "largar" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική:

  1. Largar la lengua (Να αφήνεις τη γλώσσα):
  2. A veces, es mejor largar la lengua que callar.
    (Μερικές φορές, είναι καλύτερο να αφήνεις τη γλώσσα ελεύθερη παρά να σωπαίνεις.)

  3. Largar a alguien (Να αφήνεις κάποιον):

  4. No puedo largar a mi amigo en este momento.
    (Δεν μπορώ να αφήσω τον φίλο μου αυτή τη στιγμή.)

  5. Largar lo que uno siente (Να εκφράσεις αυτά που νιώθεις):

  6. Es importante largar lo que uno siente para evitar malentendidos.
    (Είναι σημαντικό να εκφράζεις αυτά που νιώθεις για να αποφεύγεις παρανοήσεις.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "largar" προέρχεται από την λατινική ρίζα "largare" που σημαίνει "να δώσεις ελεύθερα" ή "να αποδεσμεύσεις".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- dejar (να αφήσεις) - soltar (να απελευθερώσεις) - abandonar (να εγκαταλείψεις)

Αντώνυμα:
- retener (να κρατήσεις) - sujetar (να κρατήσεις σταθερό) - agarrar (να πιάσεις)



22-07-2024