Το "lecherear" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA): /le.tʃeˈɾeaɾ/
Η λέξη "lecherear" δεν έχει ακριβή μετάφραση στα Ελληνικά, αλλά μπορεί να ερμηνευτεί ως "να φλογίσουν" ή "να αφυπνίσουν".
Το "lecherear" είναι μια μη τυπική και νεολογιστική λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως στη Βενεζουέλα. Αναφέρεται συνήθως στη δράση του φλογίσματος ή της αφύπνισης κάποιου σε καθημερινά ζητήματα ή σε κοινωνικές καταστάσεις. Η λέξη είναι περισσότερο χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, κυρίως σε νεανικά και ανεπίσημα πλαίσια.
"Οι νέοι φλογίζουν για την πολιτική κατάσταση της χώρας."
"Es importante lecherear a todos sobre la importancia de votar."
Το "lecherear" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που να το περιλαμβάνουν. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλες λέξεις:
"Όταν φλογίζουν για την πραγματικότητα, συνειδητοποιούν την αδικία."
"El grupo decidió lecherear a la comunidad sobre el cambio climático."
Η λέξη "lecherear" πιθανότατα προέρχεται από τη λέξη "leche" (γάλα), συνδυασμένη με το ρήμα που υποδηλώνει δράση, ως ένα είδος μεταφοράς που σημαίνει την "σαφήνεια" ή την "εξέταση" μιας κατάστασης.
Συνώνυμα: - ενημερώνω (informar) - αφυπνίζω (despertar)
Αντώνυμα: - αγνοώ (ignorar) - εφησυχάζω (tranquilizar)