Η λέξη "lector" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "lector" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /ˈlekt.oɾ/
Η λέξη "lector" στα Ισπανικά σημαίνει 'αναγνώστης'. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που διαβάζει ή μελετά βιβλία, κείμενα ή άλλα γραπτά. Η χρήση της είναι συχνή και μπορεί να συναντηθεί σε διάφορα πλαίσια, όπως εκπαιδευτικά ή επαγγελματικά. Εμφανίζεται περισσότερο στον γραπτό λόγο αλλά και σε προφορικές συζητήσεις.
El lector de este libro es muy interesante.
Ο αναγνώστης αυτού του βιβλίου είναι πολύ ενδιαφέρον.
Ella se convirtió en una lectora apasionada desde joven.
Εκείνη έγινε μια παθιασμένη αναγνώστρια από μικρή ηλικία.
El profesor es un buen lector y siempre recomienda nuevas lecturas.
Ο καθηγητής είναι καλός αναγνώστης και πάντα προτείνει νέες αναγνώσεις.
Η λέξη "lector" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν κάποιες φράσεις που σχετίζονται με την ανάγνωση:
Un lector voraz.
Ένας ακόρεστος αναγνώστης.
(Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που διαβάζει πολύ και γρήγορα.)
Lector de cabecera.
Κεντρικός αναγνώστης ή αγαπημένος αναγνώστης.
(Χρησιμοποιείται για να περιγράψει έναν αναγνώστη που επιστρέφει σε αγαπημένα βιβλία.)
Lector crítico.
Κριτικός αναγνώστης.
(Ο αναγνώστης που αναλύει και αξιολογεί τα κείμενα που διαβάζει.)
Ser lector de varias voces.
Να είσαι αναγνώστης πολλών φωνών.
(Αναφέρεται στην ιδέα να διαβάζεις κείμενα από ποικιλία συγγραφέων και στυλ.)
Un lector voraz.
Ένας ακόρεστος αναγνώστης.
Lector de cabecera.
Κεντρικός αναγνώστης ή αγαπημένος αναγνώστης.
Lector crítico.
Κριτικός αναγνώστης.
Ser lector de varias voces.
Να είσαι αναγνώστης πολλών φωνών.
Η λέξη "lector" προέρχεται από τα λατινικά "lector", που σημαίνει 'αυτός που διαβάζει' (από το ρήμα " legere", που σημαίνει 'διαβάζω').
"escritor" (συγγραφέας)
Αντώνυμα: