Η λέξη "legumbre" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "legumbre" στα Ισπανικά είναι: [leˈɣum.bɾe].
Η λέξη "legumbre" μεταφράζεται στα Ελληνικά ως "πατάτα" ή "γευστικός καρπός".
Η λέξη "legumbre" αναφέρεται στα φαγώσιμα φυτά, ειδικά όσπρια και λαχανικά που ανήκουν στην οικογένεια των ψυχανθών (Fabaceae). Χρησιμοποιείται ευρέως στη γλώσσα των Ισπανόφωνων χωρών τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, καθώς πολλοί Ισπανοί τρώνε φασόλια, φακές, και άλλα όσπρια ως βασικά στοιχεία της διατροφής τους.
Las legumbres son una fuente importante de proteínas.
(Οι πατάτες είναι μια σημαντική πηγή πρωτεϊνών.)
Me gustan mucho las legumbres en las ensaladas.
(Μου αρέσουν πολύ οι πατάτες στις σαλάτες.)
Es recomendable comer legumbres al menos dos veces a la semana.
(Είναι συνιστώμενο να τρώτε πατάτες τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα.)
Η λέξη "legumbre" εμφανίζεται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες συνήθως σχετίζονται με τη διατροφή, την υγεία, ή την κουλτούρα.
Poner legumbres en la dieta.
(Να βάλεις πατάτες στη διατροφή.)
Αυτό σημαίνει να συμπεριλάβεις όσπρια στη διατροφή σου για μια πιο υγιεινή επιλογή.
Las legumbres no son solo comida de pobres.
(Οι πατάτες δεν είναι μόνο φαγητό των φτωχών.)
Αυτή η φράση αναφέρεται στη λανθασμένη αντίληψη ότι τα όσπρια είναι φθηνό φαγητό και ότι είναι επίσης υγιεινά και θρεπτικά.
Comer legumbres es bueno para la salud.
(Το να τρως πατάτες είναι καλό για την υγεία.)
Υπογραμμίζει τα οφέλη της κατανάλωσης όσπριων στην υγεία.
Η λέξη "legumbre" προέρχεται από το λατινικό "legumen", το οποίο σημαίνει "φυτό" ή "όσπριο". Η χρήση της λέξης έχει παραμείνει σχεδόν αμετάβλητη από την εποχή των Ρωμαίων.
Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα για τη λέξη "legumbre", καθώς αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη κατηγορία τροφίμων. Ωστόσο, μπορεί να θεωρηθεί το "carne" (κρέας) ως βιολογικά εναλλακτικός τύπος τροφής.