letargo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

letargo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "letargo" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "letargo" σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /leˈtaɾɣo/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη "letargo" αναφέρεται σε μια κατάσταση αδράνειας ή μη δραστηριότητας, που μπορεί να σχετίζεται με την υπνηλία ή την απουσία ενέργειας. Στη ιατρική, ο λήθαργος μπορεί να αναφέρεται σε μια κατάσταση μειωμένης σωματικής ή ψυχικής δραστηριότητας, η οποία ενδέχεται να είναι αποτέλεσμα ασθένειας ή άλλου προβλήματος.

Στη γλώσσα Ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται περιοδικά και σε ειδικά πλαίσια, αλλά δεν είναι πολύ συχνή στον προφορικό λόγο. Η χρήση της παρατηρείται κυρίως σε γραπτές αναφορές ιατρικών κειμένων ή σε περιγραφές ψυχικών καταστάσεων.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. "Después de una larga enfermedad, él cayó en un letargo del que le costó salir."
  2. "Μετά από μια μακρά ασθένεια, βυθίστηκε σε ένα λήθαργο από τον οποίο του ήταν δύσκολο να βγει."

  3. "El letargo de la naturaleza en invierno es evidente."

  4. "Ο λήθαργος της φύσης το χειμώνα είναι προφανής."

Ιδιωματικές εκφράσεις

Σε μερικές περιπτώσεις, η λέξη "letargo" μπορεί να εμφανίζεται σε ιδιωματικές εκφράσεις και φράσεις ειδικών:

  1. "Salir del letargo" - "Να βγεις από τον λήθαργο"
  2. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κατάσταση του να ξεφύγεις από την αδράνεια ή να αρχίσεις να δραστηριοποιείσαι ξανά.

  3. "Estar sumido en el letargo" - "Να είσαι βυθισμένος σε λήθαργο"

  4. Αναφέρεται σε κάποιον που βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους αδράνειας ή απραξίας.

  5. "Romper el letargo" - "Να σπάσεις τον λήθαργο"

  6. Αναφέρεται στην πράξη της κινητοποίησης ή της επανέναρξης δραστηριοτήτων μετά από μια περίοδο αδράνειας.

  7. "El letargo de la mente" - "Ο λήθαργος του μυαλού"

  8. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση όπου δεν υπάρχουν καθαρές σκέψεις ή δημιουργικότητα.

Ετυμολογία

Η λέξη "letargo" προέρχεται από το λατινικό "lēthargus", το οποίο επίσης σημαίνει λήθαργος ή υπνηλία. Η ρίζα της λέξης σχετίζεται με την έννοια της λησμονιάς ή της υπερβολικής ηρεμίας.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - αδράνεια - υπνηλία - νωθρότητα

Αντώνυμα: - ενεργητικότητα - δραστηριότητα - ζωντάνια



23-07-2024