Letrero είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης letrero με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου είναι: [leˈtɾeɾo].
Η λέξη letrero μεταφράζεται στα Ελληνικά ως: - Πινακίδα - Σημάδι
Η λέξη letrero αναφέρεται συνήθως σε επίπεδες επιφάνειες, όπως οι πινακίδες ή τα σήματα, που περιέχουν πληροφορίες, οδηγίες ή προειδοποιήσεις. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει τις κατασκευές που βρίσκονται σε δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή στο προφορικό και γραπτό πλαίσιο, καθώς οι βραχυχρόνιες κοινές επικοινωνίες συχνά απαιτούν την αναφορά σε πινακίδες.
El letrero en la puerta dice que está cerrado.
(Η πινακίδα στην πόρτα λέει ότι είναι κλειστή.)
No vi el letrero que advertía sobre el peligro.
(Δεν είδα την πινακίδα που προειδοποιούσε για τον κίνδυνο.)
El letrero de la tienda anuncia grandes descuentos.
(Η πινακίδα του καταστήματος ανακοινώνει μεγάλες εκπτώσεις.)
Ακολουθούν μερικές ιδιωματικές εκφράσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη letrero:
"No hay letrero que valga"
(Δεν υπάρχει πινακίδα που να αξίζει.)
Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ότι κάτι δεν έχει σημασία ή αξία.
"Ponerle un letrero"
(Να βάλεις μια πινακίδα σε κάποιον.)
Σημαίνει να δείξεις ή να επισημάνεις μια ιδιότητα ή ένας χαρακτηριστικό άλλου.
"Letrero de advertencia"
(Πινακίδα προειδοποίησης.)
Αναφέρεται σε πινακίδες που προειδοποιούν για κινδύνους ή προφυλάξεις.
"Sin letrero, no hay aviso."
(Χωρίς πινακίδα, δεν υπάρχει προειδοποίηση.)
Υποδηλώνει ότι χωρίς ενημέρωση ή οδηγία, οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν τι πρέπει να προσέξουν.
Η λέξη letrero προέρχεται από το ισπανικό ρηματικό τμήμα "letra", το οποίο σημαίνει "γράμμα" ή "γράφημα". Με το πρόθεμα "-ero" μπορεί να αποδίδει την έννοια ενός αντικειμένου που σχετίζεται με ή περιέχει γράμματα.
Συνώνυμα: - Pizarra (πίνακας) - Señal (σήμα) - Cartel (καρτέλ)
Αντώνυμα: - Silencio (σιγή) - Ocultación (κρύψιμο)
Αυτές οι πληροφορίες προσδιορίζουν τη λέξη letrero και την χρήση της στην ισπανική γλώσσα.