lev - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

lev (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "lev" είναι ένα ουσιαστικό. Στην ισπανική γλώσσα, "lev" μπορεί να αναφέρεται σε μια έννοια που σχετίζεται με το είδος ενός μηχανισμού ή εργαλείου.

Φωνητική μεταγραφή

Διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /lev/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "lev" δεν είναι ευρέως διαδεδομένη και έχει πολύ συγκεκριμένη χρήση. Στο οικονομικό πλαίσιο, μπορεί να αναφέρεται σε επίπεδα ή μηχανισμούς που σχετίζονται με την οικονομία. Η χρήση της είναι πιο συχνή σε γραπτά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. "El lev permite ajustar los niveles de presión en el sistema."
  2. "Ο lev επιτρέπει την προσαρμογή των επιπέδων πίεσης στο σύστημα."

  3. "Con el lev adecuado, podemos mejorar la eficiencia del proceso."

  4. "Με το κατάλληλο lev, μπορούμε να βελτιώσουμε την αποδοτικότητα της διαδικασίας."

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "lev" δεν φαίνεται να είναι μέρος σημαντικών ιδιωματικών εκφράσεων στην ισπανική γλώσσα. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε τεχνικά ή οικονομικά συμφραζόμενα.

Ετυμολογία

Η ακριβής προέλευση της λέξης "lev" δεν είναι καθορίσιμη, αλλά μπορεί να έχει προέλθει από τεχνικούς ή οικονομικούς όρους.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Εργαλείο - Μηχανισμός

Αντώνυμα: - Χαλαρός (στο πλαίσιο της λειτουργίας ή της πίεσης) - Ανέπαφος

Αυτή είναι η πληροφορία που μπορείτε να λάβετε για τη λέξη "lev". Αν χρειάζεστε περισσότερες πληροφορίες ή συγκεκριμένα παραδείγματα σχετικά με άλλα θέματα, είμαι στη διάθεσή σας!



23-07-2024